Παρασκευή 25 Μαρτίου 2011

ΤΙ ΕΓΙΝΕ ΣΤΗΝ ΑΓΙΑ ΛΑΥΡΑ ΤΟΝ ΜΑΡΤΙΟ ΤΟΥ 1821 ΓΕΝΙΚΟΤΕΡΑ ΚΑΙ ΣΤΙΣ 25 ΜΑΡΤΙΟΥ ΕΙΔΙΚΟΤΕΡΑ. ΓΙΑ ΝΑ ΜΗΝ ΜΑΣ "ΔΙΑΦΩΤΙΖΟΥΝ" .......




Αναδίφηση στον Κώδικα της ιεράς μονής Αγ. Λαύρας και αναψηλάφηση αναφορικά με τα επαναστατικά γεγονότα του Μαρτίου 1821

Του Δημήτρη Σταθακόπουλου
Δρα Παντείου πανεπιστημίου/ δικηγόρου
      Όπως με ενημέρωσε ο Πρόεδρος των εν Πειραιεί Καλαβρυτινών κ. Αθ. Χρονόπουλος, στα πλαίσια των δράσεών του που σχετίζονται με την ιερά μονή αγ. Λαύρας, το προσφάτως ληφθέν  πιστό αντίγραφο του Λαβάρου για λογαριασμό του Συλλόγου, την παλαιότερη τοποθέτηση ανδριάντα του Π.Π.Γερμανού στον περίβολο της μονής, αλλά και σε κεντρική πλατεία του Πειραιά ( Πασαλιμάνι ) κ.ά, την 10η Μαρτίου 2011 επισκέφθηκε εκ νέου το μοναστήρι και εκεί, με την άδεια και την αρωγή του ηγουμένου και των πατέρων, του δόθηκε η ευκαιρία να αναδιφήσει  τον χρονολογούμενο από την15.12.1703 Κώδικά της, όπου με συγκίνηση διαπίστωσε τα εξής:
       Στις 20.07.1894, ο τότε ηγούμενος της μονής Δαμασκηνός Αποστολίδης, καταχώρησε σε 10 χ.φ σελίδες τα γεγονότα που έλαβαν χώρα στην αγ. Λαύρα τον Μάρτιο του 1821, καθώς και τους «επώνυμους» παρόντες σ’ αυτά , όπου μεταξύ άλλων αναφέρεται  στην δοξολογία της 17/3/1821 ( αγ. Αλεξίου ), με την παρουσία του Π.Π. Γερμανού ,του Κωνστάντιου, πρώην Ανδρούσης (Καλαφάτη ),του ηγούμενου Καλλινίκου, του Αρσενίου, Ιεροθέου και Ακάκιου , καθώς και στους Ανδρέα Ζαΐμη, Σωτήριο Χαραλάμπη και Ανδρέα Λόντο, όπου « εγένετο τελετή και ευλογία των αγωνιστών
στην Παναγία».
       Όμως ο κ. Αθ. Χρονόπουλος διέκρινε στον Κώδικα και μία δεύτερη λιγότερο γνωστή χ.φ πληροφορία, η οποία αναφέρεται και σε δεύτερη τελετή (δοξολογία), η οποία φαίνεται να έλαβε χώρα στις 22 Μαρτίου 1821 , την οποία αντέγραψε και παραθέτει ως εξής:
«Εσπέρας 22 Μαρτίου 1821 καθ'ην έφθασαν οι άρχοντες εν τη μονή της Λαύρας και όπου αφίκετο ο Χονδρογιάννης μετά των χρημάτων, ένθα ο τότε ηγούμενος Καλλίνικος, ο αρχιερεύς Κωνστάντιος, οι τρεις, Αρσένιος, Ιερόθεος και Ακάκιος , γνωρίσαντες τα καθέκαστα, εδέχθησαν ευμενώς ,μετά χαράς μεγάλης και αγαλλιάσεως τους άρχοντας και τον Αρχιεπίσκοπο Γερμανόν, εφανέρωσαν δε και προς τους άλλους πατέρας της Μονής τον μέγα σκοπόν της επαναστάσεως και οι μεν άρχοντες αυθωρεί και κατεσπευσμένως δι' απεσταλμένων ειδοποίησαν έκαστος τους φίλους των ,ότι ταχέως να σπεύσωσιν ανά χωρίον εν τη Μονή ταύτη μετά των όπλων των διότι επέκειτο επανάσταση κατά των Τούρκων κ.λ.π. και εις διάστημα δυο ημερονυκτίων συνοιθροίσθησαν περί τους 3000 άνδρας».
       Πραγματικά πολύ ενδιαφέρουσα καταγραφή, η οποία μιλάει για 2 πλέον δοξολογίες ( 17 και 22 Μαρτίου 1821 ) και μάλιστα με παρόντα τον Π.Π.Γερμανό, καλό δε θα ήταν να μας επιτραπεί από την ιερά μονή η περαιτέρω αναδίφηση και φωτογράφηση των Κωδίκων της ( και του προαναφερομένου ), στα πλαίσια της αναψηλάφησης της ιστορίας και την ορθή/ σαφή λεπτομερή καταγραφή της, ειδικά τώρα που η  αμφισβήτηση της αγ. Λαύρας και του ρόλου των Καλαβρυτοχωρίων από τους όψιμους εκ του μακρόθεν ερευνητές καλά κρατεί.
http://www.antibaro.gr/node/2804


Η κήρυξη της επανάστασης του 1821

Στις 9 Μαρτίου του 1821, ο Ασημάκης Ζαΐμης, ο Ασημάκης Φωτήλας, ο Ανδρέας Ζαΐμης, ο Σωτήριος Χαραλάμπης, ο Σωτήριος Θεοχαρόπουλος, ο Ανδρέας Λόντος και οι αρχιερείς Παλαιών Πατρών Γερμανός και Κερνίτσης Προκόπιος, συνοδευόμενοι από αντιπροσώπους του διοικητή των Καλαβρύτων, ξεκινούν με προορισμό την Τρίπολη. Όπως αναφέρεται, διανυκτέρευαν στα Μαζέϊκα Καλύβια στο χαμόσπιτο του Νταφαλιά, όπου και έλαβαν την οριστική απόφασή τους.Αναζητώντας επίμονα μια λύση για να αποφευχθεί ο κίνδυνος οριστικής καταστροφής, συνέταξαν μια επιστολή δήθεν προερχόμενη από κάποιον Τούρκο φίλο τους από την Τριπολιτσά. Την παρέδωσαν σε έμπιστό τους και κανόνισαν να τον συναντήσουν σε ορισμένη θέση για να τους την επιδώσει. Έτσι και έγινε• στις 10 Μαρτίου ανεχώρησαν για την Τρίπολη, συνάντησαν τον άνθρωπο, πήραν την επιστολή και άρχισαν να δείχνουν την ταραχή τους. Από το περιεχόμενο της επιστολής πληροφορήθηκαν ότι δήθεν έχουν συκοφαντηθεί και κατόπιν αυτού επέμεναν ότι είναι αδύνατο να μεταβούν στην Τριπολιτσά, εάν πρώτα δεν απεδείκνυαν την αθωότητά τους. Μ’ αυτό το κόλπο επέστρεψαν στο χωριό Καρνέσι και μέσα σε ατμόσφαιρα πλαστής έξαψης και αγανάκτησης συνέταξαν επιστολή προς τον Καϊμακάμη της Τρίπολης, στην οποία με δεξιοτεχνία υπογράμμιζαν την «πίστη» τους, του ορκίζονταν αφοσίωση και ζητούσαν απόδοση δικαίου και αποκατάσταση της αλήθειας. Η Τουρκική Διοίκηση παρασύρθηκε από την «ειλικρίνεια» της επιστολής και, μολονότι οργίστηκε με την «παρεξήγηση», η οποία προκαλούσε ανωμαλία, δεν κράτησε εχθρική στάση απέναντί τους, ενώ παράλληλα έστειλε τους Έλληνες Καλαμογδάρτη και Μοθινό με την εντολή να τους μεταπείσουν. Εν τω μεταξύ οι προύχοντες και οι αρχιερείς μέχρι τις 13 Μαρτίου είχαν φθάσει στην Αγία Λαύρα. Εκεί πραγματοποιήθηκαν τρεις συσκέψεις. 
Στην πρώτη, ομιλητής ήταν ο Ανδρέας Ζαΐμης, ο οποίος τάχθηκε υπέρ της αναβολής της Επαναστάσεως. Σύμφωνα με τη δική του γνώμη έπρεπε να εκτιμηθεί η κατάσταση με τα αντικειμενικά στοιχεία της, τα οποία πίστευε ότι δεν επέτρεπαν την εξέγερση τότε. Εκτός αυτού όμως θεωρούσε και τις μέχρι εκείνη τη χρονική στιγμή ετοιμασίες ανεπαρκείς.
Ακριβώς την αντίθετη άποψη ανέπτυξε στη δεύτερη σύσκεψη, που πραγματοποιήθηκε τη 15η Μαρτίου, ο Ασημάκης Φωτήλας. Με επιχειρήματα και παλμό, αλλά και σε υψηλούς τόνους ζήτησε άμεση κήρυξη της Επαναστάσεως. Στην τρίτη σύσκεψη, ο Φωτήλας υποστήριξε για άλλη μια φορά με επιμονή την άποψή του.Καθώς κορυφωνόταν ο δραματικός τόνος της συζήτησης, η άφιξη μιας πληροφορίας έκρινε οριστικά την έκβαση της επαναστάσεως: Από τα Σουδενά έφτασαν ο Αναγνώστης Πετμεζάς, ο Βασίλειος Πετμεζάς και ο Ασημάκης Σκαλτσάς με φίλους τους, λόγω της γιορτής του αγίου Αλεξίου στις 17 Μαρτίου, που θα πανηγύριζε η Μονή.Αφού αναφέρθηκαν στη δυστυχία και τη φτώχεια που υπήρχε στην περιοχή τους, έδωσαν και την είδηση: ο Χονδρογιάννης είχε επιτεθεί στη θέση «Χελωνοσπηλιά» κατά της συνοδείας του Σεϊντή, του εισπράκτορα, σκοτώνοντας ένα μέλος της και αρπάζοντας τα φορτία με τα χρήματα. Ο Χονδρογιάννης ήταν έμπιστος της οικογένειας Ζαΐμη και μάλιστα άνθρωπος του Ανδρέα Ζαΐμη, ο οποίος είχε εγγυηθεί κιόλας γι’ αυτόν στους Τούρκους το κεφάλι του.Η πληροφορία τους συγκλόνισε. Τους άφησε εμβρόντητους και τους γέμισε αμηχανία. Κανείς εκείνη τη στιγμή δεν μπορούσε να φανταστεί ότι ο Χονδρογιάννης ήταν απλώς ο εκτελεστής και ότι ο εμπνευστής δεν ήταν παρά ο γέρος Ασημάκης Ζαΐμης, ο οποίος με αυτόν τον τρόπο θέλησε να τερματίσει τις ταλαντεύσεις και τη διστακτικότητα των προκρίτων. Η συμπυκνωμένη πείρα του τον έκανε να κατανοήσει ότι μέσα σ’ εκείνη την κατάσταση των αντιθέσεων, που κρατούσε αναποφάσιστους τους φυσικούς ηγέτες του αγώνα, χρειαζόταν κάποιο βίαιο γεγονός για ν’ ανοίξει το δρόμο.

 Έτσι, στηριζόμενος στο ένστικτό του, αλλά και κατανοώντας, πως η αβεβαιότητα πού κυριαρχούσε δεν μπορούσε να οδηγήσει σε καλό αποτέλεσμα, επινόησε το τέχνασμα με εκτελεστή το Χονδρογιάννη.Εν τω μεταξύ, κι ενώ οι πρόκριτοι απορούσαν και προσπαθούσαν να σταθμίσουν τη σημασία της επίθεσης, έφτασε μια επιστολή για τον Ασημάκη Φωτήλα. Αποστολέας ήταν ο Χονδρογιάννης, ο οποίος με συναρπαστική απλότητα έδινε εξηγήσεις για την ενέργειά του, υπογραμμίζοντας πως «δεν βάσταζεν» να βλέπει το ελληνικό χρήμα, το τόσο απαραίτητο για τον αγώνα του Έθνους, να μεταφέρεται στα τουρκικά χέρια.
Ο Ζαΐμης τότε ανάμεσα στους άλλους πήρε το λόγο και, όπως παραδίδεται, μίλησε ως εξής:«Ενώ ημείς, λέει, σκεπτόμεθα δια να εύρωμεν διέξοδον επί του δημιουργηθέντος ζητήματος, ο λαός μας επρόλαβε και εκήρυξε την επανάστασιν. Είμεθα εκ τούτον υποχρεωμένοι να τον ακολουθήσωμεν, δια να δώσωμεν την πρέπουσαν κατεύθυνσιν. Πάσα άλλη οδός, την οποίαν εσκεπτόμεθα να ακολουθήσωμεν, μας απεκόπη. Δεν μένει άλλο παρά η άμεσος κήρυξις της Επαναστάσεως. Δεν μας χωρίζει, πλέον, καμμία διαφωνία. 
Ας αναπανθώμεν απόψε και αύριον εις την εκκλησίαν, αφού μεταλάβωμεν των Αχράντων Μυστηρίων, ας προσευχηθώμεν όλοι, κατά την δοξολογίαν εις τον άγιον Αλέξιον και την Παναγίαν να μας βοηθήσουν εις τον άνισον αγώνα, εις τον οποίον αποδυόμεθα. Αύριον την αυτήν ώραν να συναντηθώμεν, ενταύθα, δια να κανονίσωμεν τα του αγώνος».Η απόφαση είχε οριστικά ληφθεί και δίλημμα δεν υπήρχε πλέον. Ο αγώνας άρχιζε. Οι γενικές γραμμές καθορίστηκαν και κατέληξαν σε αποφάσεις. Όλοι γνώριζαν καλά ότι άρχιζαν έναν αγώνα θυσιών, που τον συνόδευαν δραματικές δυσχέρειες. Ήταν όμως αποφασισμένοι για όλα. Η 18η Μαρτίου έδινε το σύνθημα. Σήμαινε την ώρα που με τόση λαχτάρα περίμενε ολόκληρο το Έθνος. Σύμφωνα με τον Γάλλο ιστορικό Πουκεβίλ οι πρόκριτοι ορκίστηκαν στο Λάβαρο και αμέσως μετέδωσαν το μήνυμα σ’ όλες τις επαρχίες, γνωστοποίησαν την απόφαση κι ο καθένας πήγε στην περιοχή του για να γίνει επικεφαλής του αγώνα.Στις 21 Μαρτίου 1821 συγκεντρώθηκαν, όπως είχε συμφωνηθεί, στην Άγια Λαύρα οι αρχηγοί: Σωτ. Χαραλάμπης, Παν. Φωτήλας, Σωτ. Θεοχαρόπουλος, Νικ. Σολιώτης, Ιωάν. Παπαδόπουλος ή Μουρεογιάννης, Βασίλειος και Νικόλαος Πετμεζάς κ. α. Ακολούθησε δοξολογία μέσα σε ατμόσφαιρα κατανυκτικής μυσταγωγίας. Μετά το τέλος της δοξολογίας ο Παλαιών Πατρών Γερμανός ευλόγησε το λάβαρο και έδωσε το σύνθημα του αγώνα.
Ξεκινώντας με το Λάβαρο, το οποίο κρατούσε ο διάκονος της Μονής Γρηγόριος Ντόκος, και με το ιστορικό κανονάκι κατευθύνθηκαν προς τα Καλάβρυτα. Η θρυλική πορεία περιγράφεται ως εθνικό πανηγύρι, που το οδηγούσε ο ενθουσιασμός, η χαρά της λύτρωσης και το μεγαλειώδες σύνθημα: «Ελευθερία ή Θάνατος». Τίποτα δεν φαινόταν δυνατό να ανακόψει την ορμή των Ελλήνων ή να συγκρατήσει αυτό το ηφαίστειο. Τα Καλάβρυτα πολιορκήθηκαν και αναγκάστηκαν να παραδοθούν, ενώ η τουρκική φρουρά αιχμαλωτίστηκε.Έτσι, η Αγία Λαύρα γίνεται ορμητήριο πολεμικών ενεργειών και συγχρόνως το μεγάλο κέντρο ανεφοδιασμού των πρώτων ελληνικών δυνάμεων. Όπως αναφέρεται, κάλυψε τις ανάγκες σε τρόφιμα εκείνες τις ημέρες με 100 κριούς, 200 πρόβατα, 50 αγελάδες και μεγάλες ποσότητες άρτου και οίνου.
Τα αποθέματά της σχεδόν εξαντλήθηκαν. Δεν ήταν εύκολο όμως να εξαντληθεί το σθένος που διέθετε το έμψυχο υλικό της Μονής.
 Όταν η είδηση της επαναστάσεως διαδόθηκε στην Κωνσταντινούπολη στις 3 Απριλίου, η αντίδραση ήταν άμεση και με σκοπό να πτοήσει τους εξεγερθέντες.Κρέμασαν τον Πατριάρχη Γρηγόριο και σύμφωνα με την «απόφαση» έβαλαν στο στήθος του επιγραφή που έλεγε «ήτο Μωραΐτης και δεν επρόλαβε την Επανάστασιν εις την Επαρχίαν Καλαβρύτων».Παράλληλα, όπως αναφέρουν τα τουρκικά αρχεία, εκείνες τις ημέρες, στις αρχές δηλαδή του Απριλίου του 1821, οι αντιπρόσωποι της Μονής της Αγίας Λαύρας Καλαβρύτων, οι οποίοι διέμεναν στην Κωνσταντινούπολη, στο Φανάρι, κλείστηκαν στις φυλακές του Μουσταντζή-Μπασή. 
Για την συνέχεια http://www.egolpio.wordpress.com/




Περί των ιστορικών συμβάντων στην Αγία Λαύρα το Μάρτιο του 1821


ΕκτύπωσηE-mail
Πρόλογος

       Οι επιστημονικοί υπεύθυνοι της σειράς «1821» που προβάλλει τούτες τις μέρες ο τηλεοπτικός σταθμός Σκάι αυτοπροβάλλονται ως μοναδικοί κάτοχοι της ιστορικής αλήθειας και ισχυρίζονται ότι ως τώρα ο ελληνικός λαός δεν είχε την ωριμότητα να την ακούσει: «Είναι ο καιρός ώριμος να πούμε την αλήθεια για την επανάσταση» δήλωνε ο Τατσόπουλος στις 14 Ιανουαρίου 2011 στο βραδινό δελτίο ειδήσεων του σταθμού.
        Μα παρά τους ισχυρισμούς δεν πρόκειται για καμία εμβριθέστερη προσέγγιση του ’21. Πρόκειται για την πρόσληψη του ’21 βάσει κάποιων εκ των προτέρων υιοθετηθεισών αρχών, προκειμένου να επιτευχθούν συγκεκριμένοι κοινωνικοπολιτικοί στόχοι: Τις αρχές αυτές και τους στόχους έχουν καταρτίσει και εκθέσει οι υπεύθυνοι του Προγράμματος Ιστορίας του Κέντρου για τη Δημοκρατία και τη Συμφιλίωση στη Νοτιοανατολική Ευρώπη (CDRSEE). Η προώθησή τους αποτελεί θεμελιώδη αποστολή του ξενοκίνητου αυτού ιδρύματος. Πρόκειται για το ίδιο εγχείρημα που οδήγησε στην εισαγωγή στα σχολεία μας του άθλιου σχολικού εγχειριδίου της κ. Ρεπούση.
        Οι αρχές αυτές και οι στόχοι έχουν επαρκώς εκτεθεί και αντικρουστεί από τον Νίκο Α. Παπανικολάου στο άρθρο του «Η «Τυραννία της ιστορίας» και η μεταμόρφωσή της σε εργαλείο ηγεμονισμού»[1] και δεν θα μας απασχολήσουν τώρα εδώ.
        Μέριμνα του παρόντος κειμένου είναι να αναδείξει και να τεκμηριώσει τα σχετικά με την έναρξη της επανάστασης ιστορικά συμβάντα, που έλαβαν χώρα στην Αγία Λαύρα το Μάρτη του 1821.

Τα ιστορικά συμβάντα στην Αγία Λαύρα


Θα συμφωνήσουμε με εκείνους που διατείνονται ότι «η κήρυξη της Επανάστασης του Εικοσιένα στην Αγία Λαύρα στις 25 Μάρτη είναι μύθος».[2] Θ[1]α συμφωνήσαμε όμως υπό την έννοια ότι:
·              Η επίσημη κήρυξη της ελληνικής Επανάστασης έγινε από τον Αλέξανδρο Υψηλάντη στο Ιάσιο της Μολδαβίας στις 24 Φεβρουαρίου.
·              Η απόφαση που έλαβαν οι συνελθόντες στην Αγία Λαύρα να βαδίσουν το δρόμο της ένοπλης ρήξης καθώς και τα πρώτα επαναστατικά χτυπήματα στην Πελοπόννησο έλαβαν χώρα πριν από τις 25 Μαρτίου.

Οι απομυθοποιητές, όμως, όταν αναφέρονται στο ‘’μύθο της Αγίας Λαύρας’’,δεν περιορίζονται στα ανωτέρω. Ερήμην των ιστορικών πηγών πλάθουν ένα δικό τους μηδενιστικό μύθο.
Ισχυρίζονται ότι στην Αγία Λαύρα δε συνέβη τίποτα απολύτως που να συμβάλλει στο ξέσπασμα της Επανάστασης. Απλώς στη μονή συγκεντρώθηκαν -λένε- ο Π. Π. Γερμανός και οι προεστοί, όταν αρνήθηκαν να μεταβούν στην Τρίπολη. Από εκεί, φοβισμένοι, αποφάσισαν να διασκορπιστούν στα γύρω χωριά, όπου και κρύφτηκαν για να σώσουν τη ζωή τους. Τίποτα περισσότερο.
 ‘‘Μύθος της Αγίας Λαύρας’’ είναι, κατ’ αυτούς, κάθε ισχυρισμός που προβάλλει ως ιστορικό γεγονός πως οι συγκεντρωθέντες στην ιερά μονή των Καλαβρύτων με τις αποφάσεις που έλαβαν και τις ενέργειές τους έδωσαν αποφασιστική ώθηση στο ξέσπασμα της Επανάστασης. Εκτοπίζουν, δηλαδή, στο χώρο του μύθου όχι μόνο την ημερολογιακή σύμπτωση της 25ης Μαρτίου με την ύψωση του λαβάρου από τον Π. Π. Γερμανό στην Αγία Λαύρα, αλλά απορρίπτουν και κάθε παραδοχή πως οι συνελθόντες στη μονή συνέβαλαν στην έναρξη της Επανάστασης.
Ιδού τι γράφουν οι ιστοριογράφοι, των οποίων τη μαρτυρία η εν βαθιά αγνοία ευρισκόμενη κ. Λ. Χ. τολμά να επικαλείται:

Σπυρίδων Τρικούπης: «Την δε επιούσαν μετέβησαν εις την μονήν της Αγίας Λαύρας (…) Υποπτεύοντες δ’ ένοπλην καταδίωξιν δια την παρακοήν, απεφάσισαν να στρατολογήσωσι μυστικώς εις υπεράσπισιν, αν η χρεία το εκάλει».[3]

Τζορτζ Φίνλεϋ: «Όλη η συνοδεία εξεκίνησε δια την μονήν της Λαύρας (…) Όπως αποφύγωσι το να συλληφθώσι εν σώματι, διεσκορπίσθησαν, και έκαστος ήρχισε να συναθροίζη ενόπλους άνδρας προς υπεράσπισίν του. Τούτο δεν ήτον δύσκολον, καθότι οι απόστολοι της Εταιρίας είχον επιμείνη όπως ορισθή η 25 Μαρτίου ως ημέρα της ενάρξεως της Επαναστάσεως».[4]

Ι. Φιλήμων: «Οι δ’ Αχαιοί συνήλθον εν τη μονή της Λαύρας, κειμένη κατά τα Καλάβρυτα (…) Ο μητροπολίτης Γερμανός, την θέσιν του Μέντορος επέχων, και ο Ασημάκης Ζαήμης εκυριεύοντο υπό δισταγμών. Αλλά, του Ασημάκη Φωτήλα και του Σωτηρίου Χαραλάμπου υποστηρίζοντος, οι πλείους των συνελθόντων εδείχθησαν ασπαζόμενοι την περί ενάρξεως του πολέμου σκέψιν τούτων (…) Προς τούτο δε απεφάσισαν, όπως αποσυρθώσι μεν διαμεμερισμένοι εις δυνατούς της Αχαΐας τόπους, αρχόμενοι μυστικώς της στρατολογίας».[5]

Ν. Σπηλιάδης: «Οι δε προσφυγόντες εις την Αγιαλαύραν έστειλαν τερτρακοσίους Έλληνας στρατιώτας, όσους είχον ήδη συναγάγει περί αυτούς, εις Καλάβρυτα όθεν παρέλαβον τας οικογενείας των προεστώτων και άλλων τινών, και τας εξασφάλισαν εις το Μεγασπήλαιον».[6]

Α. Φραντζής: «Ανεχώρησαν άπαντες εκ της Μονής. και ο μεν Π. Πατρών, και ο Ανδρέας Ζαήμης απήλθον εις Άγιον Βλάσιον, ο δε Σ. Χαραλάμπης, και Σ. Θεοχαρόπουλος εις Ζαρούχλαν, ο Κερνίτζης και ο Α. Φωτήλας εις Κερπινήν, ο δε Α. Λόντος εις Διακοπτόν, ωδηγήθησαν δε άπαντες δια να είναι προσεκτικοί καθ’ όλα, και δια να έχωσι στρατιώτας προητοιμασμένους».[7]

Φωτάκος: «Οι προύχοντες και οι αρχιερείς εκοιμήθησαν εκεί εις το μοναστήρι, και ήσαν φοβισμένοι και απηλπισμένοι (…) Έως τότε δε δεν είχαν μάθει την επανάστασιν της Βλαχίας. Τότε ο Ασημάκης Φωτήλας είπε τα εξής «ό,τι εδυνήθημεν εκάμαμεν μέχρι τούδε και αρκετά μακρύναμεν τον καιρόν, αλλ’ εις το εξής οι Τούρκοι δεν μας πιστεύουν, όσον και αν προσπαθήσουμε να τους γελάσωμεν. ώστε όπως έφθασαν τα πράγματα αυτοί θα κόψουν τα κεφάλια μας, και όχι μόνο τα ιδικά μας, αλλά και όλων των Χριστιανών, και Κύριος οίδεν, αν δεν στείλουν τις γυναίκες και τα παιδιά μας εις την Ανατολήν (…) Αλλ’ η γνώμη μου είναι να πιάσωμεν τα όπλα και ο Θεός να μας βοηθήση, και ό,τι γίνει ας γίνη (…) Οι λόγοι αυτοί του Φωτήλα υπήρξαν η υστερινή των απόφασις».[8]

Και οι έξι ιστορικοί ομοφωνούν πως οι συνελθόντες στη μονή διενήργησαν στρατολόγηση δίνοντας στην ανταρσία τους ένοπλο χαρακτήρα.[9] Ο Φιλήμων, μάλιστα, και ο Φωτάκος βεβαιώνουν πως εκεί και τότε αποφασίστηκε η έναρξη της Επανάστασης.

Δεν είναι όμως μόνο οι ιστοριογράφοι που βεβαιώνουν ότι οι αποχωρήσαντες από την Αγία Λαύρα άρχισαν να συγκεντρώνουν στρατεύματα. Υπάρχουν και αδιάψευστα ντοκουμέντα, τα οποία παραθέτουμε στη συνέχεια:

Α) Με επιστολή του στις 20 Μαρτίου ο προεστός των Καλαβρύτων Χαραλάμπης από τη Ζαρούχλα καλεί σε στρατολόγηση:

«Αγαπητοί γέροντες των χωρίων Κατσάναις και λοιποί σας χαιρετώ. Εις αυτόθι εδιωρίσθη με γνώμην και απόφασιν εδικήν μας ο καπετάν Κωνσταντής Πετιμεζάς δια να έλθη να συνάξη ανθρώπουςόσοι λοιπόν είσθε ικανοί και με άρματα όλοι θέλει ακολουθήσετε κοντά του…»[10].

Β)      Επιστολή αποδείχνει ότι στα Νεζερά -όπου φεύγοντας από την Αγία Λαύρα μετέβησαν οι Π. Π. Γερμανός και Ανδρέας Ζαΐμης, - βρίσκονταν ήδη στις 23 Μαρτίου συγκεντρωμένο ελληνικό στράτευμα:

«Πανοσιώτατε καθηγούμενε και λοιποί πατέρες της αγίας Λαύρας παρ’ ελπίδα και με μεγάλην μας απορίαν εμάθαμεν ότι τα διορισθέντα ζώα του μοναστηρίου σας δια να μεταφέρουν ολίγας ημέρας αλεύρι, επέστρεψαν οπίσω χωρίς να σταθώσι μήτε μια ημέραν. όθεν τι να σας γράψωμεν. Σας στέλνομεν λοιπόν επίτηδες τον παρόντα και την ιδίαν στιγμήν να ξεκινήσετε τα ζώα με τα σακιά και κοπέλλια να προφθάσωμεν αύριον το γεύμα εις Νεζεράδια να υπάγουν εις Ομπλού*, δια να μη διασκορπισθώσιν οι στρατιώται, επειδή ταύτην την ώραν ελάβομεν γράμμα με επίτηδες πεζόν και μας βεβαιώσιν ότι αν αύριον δεν προφθασθή το στράτευμα αφεύκτως διαλύεται εκ της ελλείψεως ζωοτροφίας και πλέον στοχάζεσθε τι θέλει μας ακολουθήσει…
Υγιαίνετε τη 23 Μαρτίου 1821 εν Καλαβρύτοις
Οι προσφιλείς σας ο Κερνίκης Προκόπιος, Ασημάκης Ζαΐμης, Ιωάννης Παπαδόπουλος, Ασημάκης Φωτήλας, Δημητράκης Ζαΐμης, Σωτήριος Χαραλάμπης»[11].

Από την επιστολή τούτη διαπιστώνουμε, επιπλέον, ότι στην περιοχή σημειώνονταν αξιόλογη κινητικότητα: Στις 23 Μαρτίου οι Κερνίκης Προκόπιος, Ασημάκης Ζαΐμης και Ασημάκης Φωτήλας - οι οποίοι μετά την Αγία Λαύρα είχαν μεταβεί ο μεν πρώτος στα Νεζερά με τον Π. Π. Γερμανό, οι δύο άλλοι δε στην Κερπινή[12] - βρίσκονταν πλέον στα Καλάβρυτα, όπου βρίσκονταν σε εξέλιξη η πολιορκία του βοεβόδα Αρναούτογλου και των Τούρκων της πόλης[13]. Από εκεί μεριμνούν για τη σίτιση και συντήρηση του συγκεντρωμένου στρατεύματος στα Νεζερά (όπου είχε ήδη μεταβεί ο Π. Π. Γερμανός), το οποίο σε λίγο θα σπεύσει στην Πάτρα. Το γεγονός τούτο όχι μόνο καταρρίπτει τον ισχυρισμό ότι οι απελθόντες από τη μονή έφυγαν για να κρυφτούν, μα και αποδεικνύει πως, όλως αντιθέτως, οργάνωναν και προωθούσαν τις επαναστατικές διεργασίες στην περιοχή της Αχαΐας.
Ο αναγνώστης διαπιστώνει ιδίοις όμασι ότι τα επιχειρήματα των απομυθοποιητών βασίζονται πρωτίστως στην παραγνώριση των ιστορικών πηγών. Παραγνώριση που έχει λάβει ενδημικές διαστάσεις στην όλως καταχρηστικά αυτοαποκαλούμενη «προοδευτική» ιστοριογραφία. Μεταξύ των άλλων παραγνωρίζουν και τη μαρτυρία του γέρου του Μοριά που λέει ξεκάθαρα: Ο Ζαΐμης και οι άλλοι που όδευσαν μαζί του για την Τρίπολη (Π. Π. Πατρών, Χαραλάμπης, Λόντος κλπ) πήραν τα όπλα κατά των Τούρκων.

 Θ. Κολοκοτρώνης: «Αφού επροετοιμάσαμεν και συναγροικήθημεν, ο Ζαΐμης με τους άλλους, αναγκασμένοι να υπάγουν εις την Τριπολιτσά ή να μείνουν έτσι, εχτύπησαν τον Βοϊβόδα των Καλαβρύτων».[14]

Από την Ιστορία του Ελληνικού Έθνους πληροφορούμαστε ότι υπάρχουν«μαρτυρίες από οικογενειακά αρχεία αγωνιστών που αναφέρουν ότι όχι μόνο αποφασίστηκε τότε στην Αγία Λαύρα η έναρξη της Επαναστάσεως αλλά πως έγινε και ειδική δοξολογία στις 17 Μαρτίου, ημέρα εορτής του τιμωμένου εκεί Αγίου Αλεξίου, και επακολούθησε ορκωμοσία. Οι ίδιοι συνδέουν με αυτή τη σύσκεψη την αποστολή από τα Καλάβρυτα στον Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη μηνύματος των Σολιώτη και Σκαλτσά με ημερομηνία 19 Μαρτίου, που συμβολικά ανέφερε:

‘’Εξοχώτατε Α. Μ. Χθες ετελέσθη το στεφάνωμα και έστω εις γνώσιν Σας.
Καλάβρυτα τη 19 Μαρτίου 1821.
Υπογραφαί: Νικόλαος Χριστοδούλου Σολιώτης, Α. Σκαλτσάς’’.

Και εξηγούν ότι η λέξη ‘’στεφάνωμα’’ σήμαινε πως κηρύχθηκε η Επανάσταση και έγινε ορκωμοσία».[15]

Ο γραμματέας του Δημητρίου Υψηλάντη και ιστορικός του Αγώνα Ιωάννης Φιλήμων κατεδαφίζει συθέμελα την ψευτοπροοδευτική μυθολογία, γράφοντας στο Ιστορικό του Δοκίμιο:

«Αι δύο μοναί της Λαύρας και του Προφήτου Ηλιού αξιούνται της δάφνης περί των πρωτείων κατά τον αγώνα. Η Λαύρα εδέχθη τους Αχαιούς συσκεφθέντας και πρώτους κινηθέντας κατά την Πελοπόννησον . ο Προφήτης Ηλίας εδέχθη τους Φωκείς συσκεφθέντας και πρώτους κινηθέντας κατά την Στερεάν».[16]


Τέλος, Η Επιτροπή Εκδουλεύσεων, υπό την προεδρία του Γενναίου Κολοκοτρώνη, στο Μητρώον Αγωνιστών υπ’ αριθ. 53 συγκατέλεξε το 1872 τον Π. Π. Γερμανό στην πρώτη τάξη των Αγωνιστών, σημειώνοντας στη στήλη των υπηρεσιών:

«Υπηρέτησεν απ’ αρχής μέχρι τέλους του αγώνος σπουδαίως, υψώσας πρώτος εν τη Μονή της αγίας Λαύρας την σημαίαν της Επαναστάσεως».
(Βλ. Σταύρου Σκοπετέα, στον συλλογικό τόμο Η Καλαμάτα εις την Επανάστασιν του 21, σελ. 56).

      
       Η ζωντανή προσωπική μαρτυρία διαθέτει, βεβαίως, μοναδική αξία, ιδίως όταν κατατίθεται δημοσίως. Παραθέτουμε, λοιπόν, ακολούθως απόσπασμα από την ομιλία του Αλέξανδρου Δεσποτόπουλου το 1861, που εκφώνησε στο χώρο της μονής, ο οποίος, δηλώνει αυτοπροσώπως πως παρέστη στη δοξολογία και την ύψωση του λαβάρου στην Αγία Λαύρα το 1821:

«Θεωρώ εμαυτόν ευτυχή, διότι εν τω μέσω ευρεθείς της κλαγγής και του καπνού αυτών των ιδίων τουρκοφάγων όπλων, των από του Ιερού λόφου αντηχησάντων και υπό τον κυματισμόν αυτής της παρά του Ιεράρχου Γερμανού υψωθείσης Σημαίας του Σταυρού, εν τη αυτή του 1821 ημέρα (…)
       »Εδώ επάνω, εις τούτον τον Ιερόν λόφον εις τον οποίον ιστάμεθα, ο Αείμνηστος Ιεράρχης Γερμανός, με την αριστεράν κρατών τα πρακτικά της προ μικρού αποτελεσθείσης μυστικής εν Αιγίω συνελεύσεως, και με την δεξιάν χείραν υψόνων την Σημαίαν ταύτην του Σταυρού, αναγεγραμένην έχουσαν την κοίμησιν της Θεοτόκου, και υπέρ ταύτην ανηρτημένον το σύνθημα ‘‘Ανάστηθι Ελλάς, Ελευθερίαν ή Θάνατον ομνύομεν επί τω Ονόματί Σου’’[17]

Αξιοσημείωτη είναι και η μαρτυρία του Κανέλλου Δεληγιάννη:Το απόγευμα φτάνουν στα Λαγκάδια της Γορτυνίας δύο μοναχοί του Μεγάλου Σπηλαίου (μονή της περιοχής Καλαβρύτων) απεσταλμένοι από τους Π. Π. Γερμανό, Κερνίτζης Προκόπιο, Α. Ζαΐμη, Σ. Χαραλάμπη, Φωτήλα, Λόντο και λοιπούς, για να μάθουν ποιες ήταν οι προθέσεις των αδελφών Δεληγιάννη και των λοιπών προεστών σχετικά με την Επανάσταση, ώστε να καθορίσουν κι αυτοί τη στάση τους. Οι επτά αδελφοί Δεληγιάννη -που ήδη είχαν συλλάβει 50 Τούρκους στα Λαγκάδια και είχαν σκοτώσει άλλους τρεις επισήμους- τους διαβεβαιώνουν ότι προσφέρουν εκουσίως θύμα εις την πατρίδα τον έγκλειστο στην Τρίπολη αδερφό τους Θεόδωρο, και ότι έχουν τη βεβαιότητα πως και οι Μαυρομιχαλαίοι και οι λοιποί Μανιάτες καθώς και οι Παπατσώνηδες και όλη η Μεσσηνία ‘‘είναι αδύνατον να μην κινηθώσιν όλοι ευθύς’’. Οι δύο μοναχοί τον πληροφορούν ότι οι συγκεντρωθέντες στην Αγία Λαύρα ‘‘είναι αποφασισμένοι και εις πυρ και εις θάνατον να συναποθάνουν με υμάς και άμα φθάσωμεν και ημείς εκεί και τους βεβαιώσωμεν αυτήν την απτόητον και αμετάβλητον απόφασίν σας, κινούνται και αυταί και όλαι αι επαρχίαι των αφεύκτως (…) Άμα φθάσωμεν εκεί, σας υποσχόμεθα μεθ’ όρκου, ότι αμέσως γίνεται το κίνημα, όταν τους βεβαιώσωμεν, όσα είδομεν ιδίοις οφθαλμοίς (…)
       «Κατά τας 20 Μαρτίου ανεχώρησεν ο Βοεβόδας των Καλαβρύτων Αρναούτογλους να απέλθη εις Τριπολιτσάν, να διαβεβαιώσει τον Καϊμακάμην και τους εντοπίους Οθωμανούς περί των διατρεξάντων εις την επαρχίαν εκείνην και να μεσολαβήση δήθεν να συμβιβασθή το πράγμα, να γίνη μία φρόνιμος αμνηστία (κατά τας εδικάς του σκέψεις) να μην ερεθισθώσι περισσότερον τα πράγματα και σχισθή το προσωπείον αλλά να ησυχάση ο τόπος. Αλλ’ επειδή την προτεραίαν είχον φθάσει οι δύο προηγούμενοι (μοναχοί) οίτινες ήτον φερμένοι εις ημάς και είχον την βεβαιότητα των κινημάτων μας, έστειλαν οι εν Αγία Λαύρα τους αδελφούς Παπαδάτους Σωτηράκην και Ηλίαν, τον Χονδρογιάννην και άλλους υπέρ τους 150, και κατέλαβον του Χαμπήμπαγα το γεφύρι να μην αφήσουν μηδ’ αυτόν μήτ’ άλλους να διαβούν εκείθεν πλέον δια την Τρίπολιν. Διερχόμενος λοιπόν ο Αρναούτογλουςμε τριάκοντα περίπου Τούρκους έστειλεν εμπρισθοφυλακήν τον καφετζήν του μ’ άλλους τρεις ιππείς και φθάσαντες εις την γέφυραν, τους επυροβόλησαν και τους εφόνευσαν, ο δε Αρναούτογλης υπέστρεψε τρέχων δρομαίως εις Καλάβρυτα, κατέλαβε μετά των εντοπίων όλους τους πύργους και δυνατά οσπίτια και ωχυρώθησαν, και οι χριστιανοί της κωμοπόλεως τους επολιόρκησαν και ούτως ετελείωσαν πλέον όλαι αι διαπραγματεύσεις μεταξύ Τούρκων και Χριστιανών και δεν εγνώριζον οι εν Τριπόλει ουδέν των γινομένων κινημάτων εις τας επαρχίας.Οι συναχθέντες λοιπόν εις την Αγίαν Λαύραν απεφάσισαν και ύψωσαν την σημαίαν της επαναστάσεως κατά τας 23 Μαρτίου 1821, προσφέροντες πάνδημον δοξολογίαν προς τον Ύψιστον και με το σύνθημα ¨ή ζωή και ελευθερία ή θάνατος¨».[18]



Έμμεση επιβεβαίωση των ανωτέρω παρέχει έγγραφο της 2 Απριλίου 1821 που υπογράφεται από τον επίσκοπο Έλους Άνθιμο και τους προύχοντες της Λακεδαίμονος απευθυνόμενο στους προκρίτους και καπεταναίους των Σπετσών. Σ’ αυτό αναφέρονται τα εξής:

       «Ο ιερός σκοπός επειδή και εξεσκεπάσθη εις τους Οθωμανούς και από διάφορα κινήματα των Μοραϊτών και από τας χονδράς ετοιμασίας των Νήσων σας, βλέποντας φανερά τον κίνδυνον και αφανισμόν του Γένους, εκινήθη η υπόθεσις πρώτον από τα Καλάβρυτα και δεύτερον εκ Μάνης…»[19]

Τις μαρτυρίες ζώντων μαρτύρων, ότι η Αγία Λαύρα υπήρξε η επαναστατική εστία απ’ όπου εξόρμησαν οι Έλληνες κατά των Τούρκων στα Καλάβρυτα, μνημονεύει ο Γ. Παπανδρέου σε άρθρο του υπό τον τίτλο «Περί της εν Καλαβρύτοις ιστορικής μονής της Αγίας Λαύρας», που δημοσιεύτηκε στο Δελτίον της Ιστορικής και Εθνολογικής Εταιρίας Ελλάδος, τ. Γ΄, 1889 (σελ. 428-445). Στις σελίδες του βεβαιώνει ότι επί των ημερών του πιστοποιούνταν…

«…η πάγκοινος μαρτυρία επιζώντων εισέτι γερόντων, εκ τε της πολίχνης των Καλαβρύτων και εκ των πέριξ χωρίων, ανθρώπων φιλαλήθων και εξ όλου του βίου αυτών γνωστών ως αποστρεφομένων τα ψεύδη και ομνυόντων εις το ιερόν όνομα του αγώνος, ομοφώνως δ’ ομολογούντων ότι από της Αγίας Λαύρας εξώρμησαν μετά σημαίας και ενός ευτελούς της μονής κανονίου οι επαναστάται οι πολιορκήσαντες και κυριεύσαντες τα Καλάβρυτα».
(Βλ. σελ. 435)

Ο αγωνιστής της επανάστασης Γεώργιος Αινιάν δημοσίευσε το 1840 ολιγοσέλιδο κείμενο με τίτλο ¨Σύντομος Βιογραφία του Μακαρίτου Α. Ζαήμη συνταχθείσα υπό Γ. Αινιάνος¨, όπου μεταξύ άλλων γράφει:

«Είναι αναντίρρητος αλήθεια ότι η Αχαΐα πρώτη εκίνησε με σημαίαν αναπεπταμένην τον υπέρ ανεξαρτησίας πόλεμον, και ο μακαρίτης Α. Ζαήμης μετά του σεβαστού αρχιερέως Γερμανού ήσαν οι πρώτοι αγωνισταί, και ούτε είναι δυνατόν να διαφιλονκήση τις μετ’ αυτών περί του είδους τούτου της αρχαιότητος».


Μαρτυρίες ξένων

α)    Τόμας Γκόρντον: Ο Φιλέλληνας συγγραφέας βρίσκονταν το 1821 στην Ελλάδα κι έλαβε μέρος στην πολιορκία της Τρίπολης. Στο βιβλίο του, που εξεδόθη στα αγγλικά το 1832, έξι χρόνια, δηλαδή, πριν το οθωνικό διάταγμα, γράφει αναφερόμενος στον Π. Π. Γερμανό (που αρνούμενος να πάει στην Τρίπολη είχε μεταβεί με τους προκρίτους της Αχαΐας στην Αγία Λαύρα): «Από εκεί αυτός κι οι σύντροφοί του έστειλαν γράμματα στους φίλους τους των άλλων επαρχιών και προετοίμαζαν ψυχικά τους ορεσίβιους για την επανάσταση. Τελικά ύψωσαν τη σημαία του Σταυρού και στις 21 Μαρτίου 1821 κυρίευσαν τα Καλάβρυτα».[20]

β) Αντ. Πρόκες Όστεν: Υπήρξε πρέσβης της Αυστρίας στην Κωνσταντινούπολη την περίοδο της Επανάστασης. Στην εξάτομη ιστορία του, της οποίας άρχισε τη συγγραφή το 1834, γράφει: «Ο Ανδρέας Λόντος, ο Ζαΐμης και Γερμανός, ο αρχιεπίσκοπος Πατρών, εξεκίνησαν μεν, αλλ’ εστάθησαν εις τα Καλάβρυτα, και μετ’ απατηλάς διαπραγματεύσεις μετά των Τούρκων διαδίδοντες την φήμην και εξ αυτής δήθεν φοβούμενοι, ότι οι Τούρκοι εσκόπουν να σφάξωσιν όλους τους εν Τριπόλει συνηγμένους αρχηγούς, ύψωσαν την 4 Απριλίου (δηλ. 23 Μαρτίου) την σημαίαν της επαναστάσεως».[21]

γ)  Μαξίμ Ρεϊμπώ: Ο Γάλλος Φιλέλληνας ήρθε στην Ελλάδα τον Ιούλιο του 1821. Ο Τ. Γκόρντον γράφει γι’ αυτόν ότι «υπηρέτησε στην Ελλάδα και μπορεί να τον εμπιστεύεται κανείς απεριόριστα για καθετί που συνέβη κάτω από τα μάτια του»[22]. Στο βιβλίο του Memoires Sur la Grece, που εξεδόθη στα Γαλλικά το 1824, ο Ρεϊμπώ αναφέρει ότι «ο Π. Π. Γερμανός και οι προεστοί, κατόπιν κοινής συμφωνίας, ύψωσαν το λάβαρο του σταυρού στα Καλάβρυτα, στις 4 Απριλίου 1821»[23] (δηλ. στις 23ηΜαρτίου).

δ) Σάμιουελ Χάου:
«But Germanos, bishop of Patras, and the several of the most influential men, delayed, under various pretexts, complying with the summons; till the former, arriving at [1821. April.] Calavrita, and having no longer any excuse, suddenly displayed the standard of the cross, and called upon the people, in the name of God, and liberty, to take up arms against their oppressors. This was on the 4th; the people answered his call, by a general rush to arms, and the few Turks who were in the place, were made prisoners. The spark thus struck, mounted into a flame, and spread rapidly over the Morea».[24]

Μετάφραση

«Αλλά o Γερμανός, ο αρχιεπίσκοπος της Πάτρας, καθώς και αρκετοί από τους άνδρες με επιρροή καθυστέρησαν, με διάφορες προφάσεις, να ανταποκριθούν στο κάλεσμα.Όταν έφτασε [1821. Απρίλιος.] στα Καλάβρυτα, μη έχοντας πλέον καμία δικαιολογία, προέταξε ξαφνικά το σύμβολο του σταυρού, και κάλεσε το λαό, εν ονόματι του Θεού και της ελευθερίας, να πάρει τα όπλα εναντίον των καταπιεστών του. Αυτό συνέβη στις 4. Ο λαός ανταποκρίθηκε στο κάλεσμά του, έσπευσε να πάρει τα όπλα, και οι λίγοι Τούρκοι που βρίσκονταν εκεί, πιάστηκαν αιχμάλωτοι. Έτσι η σπίθα άναψε, γιγαντώθηκε σε φλόγα, και εξαπλώθηκε γρήγορα στο Μοριά».


Η μαρτυρία της λαϊκής μας παράδοσης

Του πολέμου του 21

Κρυφά το λένε τα πουλιά, κρυφά το λεν τα’ αηδόνια,
Κρυφά το λέει κι ο γούμενος από την άγια Λαύρα.
«Παιδιά, για μεταλάβετε, για ξεμολογηθήτε.
δεν είν’ ο περσινός καιρός κι’ ο περσινός χειμώνας.
Μας ήρθε η άνοιξη πικρή, το καλοκαίρι μαύρο,
Γιατί σηκώθη πόλεμος και πολεμάν τους Τούρκους.
Να διώξουμ’ όλη την Τουρκιά ή να χαθούμε ούλοι.[25]

Επίλογος

          Οι επιστημονικοί υπεύθυνοι της σειράς του Σκάι και εν γένει οι ψευτοπροοδευτικοί αναθεωρητές της ιστορίας λαθεύουν, αν θεωρούν ότι ο ελληνικός λαός και η ιστορική αλήθεια αποτελούν εύπλαστο υλικό, ώστε να το διαμορφώνουν αυτοί κατά το δοκούν. Γι’ αυτό και το εγχείρημά τους θα καταλήξει εκεί που κατέληξε και το θλιβερό σύγγραμμα της κ. Ρεπούση.

Υποσημειώσεις




[2] Βλ. Ριζοσπάστης 25 Μαρτίου 2009.
[3] Σπυρίδων Τρικούπης, Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως, τ. 1, βιβλίο 1, Α΄ μέρος, σελ. 70, εκδ. ΔΟΛ.
[4] Γ. Φίνλεϋ, Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως, τ. 1ος, σελ. 193, εκδ. Ίδρυμα της Βουλής των Ελλήνων.
[5] Ιωάννης Φιλήμων, Ιστορικόν Δοκίμιον περί Ελληνικής Επαναστάσεως, τ. Γ΄, σελ.5. Λίγες σελίδες πιο κάτω (σελ. 18) ο ιστορικός αναφέρει ότι μεγάλη ανησυχία κυρίευσε τους Τούρκους των Πατρών, όταν «ήκουσαν περί του μητροπολίτου Γερμανού και του Ανδρέου Ζαήμου, ότι επανέκαμψαν εις Νεζερά, υπενεργούντες στρατολογίαν», αντί να μεταβούν στην Τρίπολη, υπακούοντας στη διαταγή του Καϊμακάμη.
[6] Ν. Σπηλιάδη Απομνημονεύματα, τ. Α΄, σελ. 29. Αθήνησι 1851.
[7] Αμβροσίου Φραντζή: Επιτομή της Ιστορίας της Αναγεννηθείσης Ελλάδος, εν Αθήναις 1839, τ. Α΄, σελ. 145, 146.
[8] Φωτάκου Απομνημονεύματα, τ. Α΄, σελ. 72, εκδ. Βεργίνα
[9] Ομοίως και ο Γερμανός ιστορικός Γερβίνος γράφει ότι οι αποσυρθέντες στην Αγία Λαύρα «αποφάσισαν να ήναι έτοιμοι εν πάσει περιπτώσει και προς τούτο διεσκορπίσθησαν εις διάφορα μέρη προς στρατολογίαν». Βλ. Γ. Γ. Γερβίνου Ιστορία της Επαναστάσεως και Αναγεννήσεως της Ελλάδος, τ. Α΄, σελ. 193, εκδ. Ελέυθερη Σκέψις.
[10] Βλ. Φωτάκου Απομνημονεύματα, τ. Α΄, σελ. 80, εκδ. Βεργίνα.
* Πρόκειται για την ευρισκόμενη κοντά στην Πάτρα μονή Ομπλού.
[11] Η επιστολή υπάρχει στο Αρχείο του Ανδρέα Ζαΐμη. Τη δημοσίευσε ο Δ. Γατόπουλος στην εφημερίδα Εστία στις 9 Φεβρουαρίου 1938. Βλ. Σταύρου Σκοπετέα: Η έναρξις του υπέρ ελευθερίας ιερού Αγώνος, στον τόμο «Η Καλαμάτα εις την Επανάστασιν του 21», σελ. 67, σημ. 42. Σύλλογος προς Διάδοσιν των Γραμμάτων, 1948. (Δική μου η υπογράμμιση των λέξεων).
[12] Για το πού μετέβη έκαστος βλ. Π. Π. Γερμανού Απομνημονεύματα, οπ.παρ. σελ. 28.
[13] Βλ. Ι. Φιλήμων, Δοκίμιον, τ. Γ΄, σελ. 11.
[14] Θ. Κολοκοτρώνη: Απομνημονεύματα, σελ. 57, εκδ. Παναρκαδική Ομοσπονδία Ελλάδος.
[15] Βλ. Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τ. ΙΒ΄, σελ. 82, Εκδοτική Αθηνών.
[16] Ιωάννης Φιλίμων Ιστορικόν Δοκίμιον, τ. Γ΄, σελ. 70, εκδ. Ελεύθερη Σκέψις.
[17] Σύντομον Πανηγυρικόν Λογίδριον εκφωνηθέν εις την 25 Μαρτίου  παρ’ Αλεξάνδρου Δεσποτόπουλου εν τη Αγία Λαύρα, Πάτραι 1861.
[18] Κανέλλος Δεληγιάννης: Απομνημονεύματα, σελ. 183-4, 186-7, 197, 198, εκδ. Πελεκάνος.

[19] Αναργύρου Αναργύρου: Τα Σπετσιώτικά, τ. Α΄, σελ. 152. Το παραθέτει ο Απ. Δασκαλάκης, όπ. παρ. σελ. 71, σημ. 1. Για την ταυτοποίηση των αναφερόμενων γεγονότων, ο αναγνώστης πρέπει να έχει υπόψη ότι η Αγία Λαύρα απέχει μόλις 4 χμ. από την πόλη των Καλαβρύτων.

[20] Τόμας Γκόρντον, Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως, βιβλίο Α΄, τ. 1, σελ. 78, εκδ. Μπάυρον.
[21] Αντ. Πρόκες Όστεν: Ιστορία της Επαναστάσεως των Ελλήνων, τ. Α΄, σελ. 47, Αθήνησι 1868. Ο Πρόκες Όστεν ακολουθεί το νέο ημερολόγιο. Με βάση το παλιό, που ήταν τότε σε χρήση στην Ανατολή, η 4η Απριλίου αντιστοιχεί στην 23η Μαρτίου.

[22] Βλ. Τόμας Γκόρντον, οπ. παρ. σελ. ιγ΄.
[23] Βλ. Maxime Raybaud, Memoires Sur La GreceτΑ΄σελ. 298, 1824. «D’ autres primats, et avec eux Germanos, archeveque de Patras, qui s’ etaient egalement achemines vers Tripolitza, voulant gagner du temps, s’ arreterent, sous diverses raisons, a Dimitzana et a Calavryta. Apres avoir epuise differents pretextes pour eviter de se rendre a la destination qui leur etait assignee, ils leverent, d’ un commun accord, l’ etendard de la croix dans cette derniere ville, le 4 avril 1821. Les Turcs qui s’ y trouvaient furent aussitôt desarmes, et gardes a vue dans quelques unes de leurs maisons ».

Χρήστος Α. Κορκόβελος

Το ιστορικό υπόβαθρο της 25ης Μαρτίου



ΕκτύπωσηE-mail
Αποτελεί πικρή διαπίστωση το γεγονός ότι στη χώρα μας σπανίζει η άρτια κι απροκατάληπτη επιστημονική έρευνα βασικών πτυχών της Επανάστασης του 1821.
Ιστοριογράφοι, πανεπιστημιακοί κι εκλεκτοί των μ. μ. ε. που εκπροσωπούν συγκεκριμένες τάσεις στην ιστοριογραφία, έχουν στο θέμα αυτό υιοθετήσει ως πάγια τακτική να υποβάλλουν τις πρωτογενείς πληροφορίες στο διωγμό της ηθελημένης αγνόησης, της επιλεκτικής μεταχείρισης και της στρέβλωσης.
Την κατάσταση αυτή, φαίνεται, είχε υπ’ όψιν του ο ιστορικός Σπύρος Ασδραχάς, όταν προσφάτως μιλούσε για «παράδοξη απουσία του 1821» στις ημέρες μας. Επεξηγούσε ότι με τον όρο αυτό δεν εννοεί την ανυπαρξία σύγχρονης συγγραφικής παραγωγής γύρω απ’ το 21, αλλά αναφέρεται στην παραγόμενη ιστοριογραφία, που είναι κατώτερη των περιστάσεων και «δεν αντιστοιχεί και στις τεκμηριωτικές απαιτήσεις».[1]
Η παρατήρηση αυτή, βεβαίως, δεν αφορά τα κορυφαία σύγχρονα ιστοριογραφικά έργα υψηλής επιστημονικής στάθμης, που επιφυλάσσουν στο ’21 μια καθ’ όλα επάξια διαπραγμάτευση.[2]
Η ιδεολογικά κατευθυνόμενη, όμως, ιστοριογραφία εμποτίζει εδώ και δεκαετίες την ελληνική κοινωνία με στρεβλές απεικονίσεις της βιωμένης ιστορίας, προσδίδοντάς τους, μάλιστα, το επίπλαστο πρόσημο της προοδευτικότητας.
«Εφαρμόζοντας τέτοιες μονόπλευρες θεωρήσεις –έγραφε προ ετών ο Κωνσταντίνος Τσάτσος- και δένοντας έτσι σε κλίνη του Προκρούστη την ιστορία του 21, μερικοί ισχυρίζονται ότι την ’’απομυθοποιούν’’, ότι την απαλλάσσουν από την ωραιοποίηση και αποκαλύπτουν την πικρή της αλήθεια (…) Υποτιμώντας ή σπιλώνοντας μεγάλα ονόματα ή εξαιρετικά γεγονότα δεν απομυθοποιούμε το 21. το σπιλώνουμε (…) Γι’ αυτό, θολώνουν την αλήθεια και βλάπτουν την Πατρίδα εκείνοι που, αποσιωπώντας είτε ανομήματα είτε κατορθώματα και συνθλίβοντας πρόσωπα και πράξεις κάτω από την καλύπτρα μιας μονόπλευρης έρευνας, επιχειρούν να δώσουν στα γεγονότα του παρελθόντος ερμηνείες, που προσαρμόζονται σε αμφισβητήσιμες πολιτικές επιδιώξεις του παρόντος».[3]

25η Μαρτίου: Η ορισθείσα από τη Φιλική Εταιρία ημέρα έναρξης της Επανάστασης

Παρ’ όσα λέγουν ή σκεπάζουν με τη σιωπή τους οι ποικιλώνυμοι ‘’απομυθοποιητές’’, η ιστορικότητα της 25ης Μαρτίου είναι αναμφισβήτητη κι ιδιαιτέρως βαρύνουσα: Εδράζεται πρωτίστως στο γεγονός ότι η ανώτατη Αρχή της Φιλικής Εταιρίας υπό τον Αλέξανδρο Υψηλάντη καθόρισε την ημέρα αυτή της εορτής του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου ως ημέρα έναρξης της Επανάστασης.
Πανθομολογείται αυτό από τους αγωνιστές της Επανάστασης και τους ιστορικούς της τότε εποχής.
Παραθέτουμε ακολούθως αναφορές ιστορικών που μετείχαν της Επανάστασης, όπως ο Αμβρόσιος Φραντζής, ο Τζόρτζ Φίνλεϋ κ.α. καθώς και τις προσωπικές μαρτυρίες του Κολοκοτρώνη και του Φωτάκου.

Αμβρόσιος Φραντζής: «Ο Γρηγόριος Δικαίος κατετάραττε συνεχώς τον εγκέφαλον των πάντων, παρουσιαζόμενος ως αντιπρόσωπος προσωρινός του Α. Υψηλάντου, και παριστάνων θετικώς ότι η ημέρα της ενάρξεως είναι διωρισμένη πανταχού η 25 Μαρτίου, ότι την αυτήν ημέραν πυρπολείται ο Σουλτανικός στόλος, ότι δίδεται πυρ εις όλην την Κωνσταντινούπολιν, ότι φονεύεται ο Σουλτάνος (…) Αυτά ταύτα διεφημίζοντο και από μέρους του Θ. Κολοκοτρώνη, του Νικηταρά, και Αναγνωσταρά».[4]

Τζορτζ Φίνλεϋ«Οι πράκτορες της υπάτης διευθύνσεως (σ.σ. της Φιλικής Εταιρίας)είχον ορίσει ήδη την 25 Μαρτίου, ως ημέραν καθ’ ήν η Επανάστασις έμελλε να εκραγή ταυτοχρόνως εις πάσαν επαρχίαν και πόλιν της Οθωμανικής αυτοκρατορίας πλήθουσαν Ελλήνων».[5]

 Φωτάκος: «Εξέλεξαν τον Φωτάκον, όστις απεστάλη δαπάνη του Ι. Αμβροσίου μεγαλεμπόρου εν Οδησσώ, έχων και ούτος την εντολήν να είπη προς τον Κανέλον Δεληγιάννην, ότι η ορισθείσα ημέρα της επαναστάσεως ήτο η 25 Μαρτίου του επιόντος έτους 1821, όπως ετοιμάζεται και αυτός και οι άλλοι». [6]

Θεόδωρος Κολοκοτρώνης: «Εις τα ’20 με ήλθον γράμματα από τον Υψηλάντη δια να είμαι έτοιμος, καθώς και όλοι οι εδικοί μας. 25 Μαρτίου ήτον η ημέρα της γενικής επαναστάσεως (…) Έστειλα και εις τας επαρχίας της Μεσσηνίας, Μιστρός, Καρύταινας, Φαναριού, Λεονταριού, Αρκαδίας, της Τριπολιτσάς, και ήλθον εκεί οπού ευρισκόμουν, και τους έλεγα, ότι την ημέρα του Ευαγγελισμού να είναι έτοιμοι, και κάθε επαρχία να κινηθή εναντίον των Τούρκων των τοπικών».[7]

          Οι μαρτυρίες αυτές τεκμηριώνουν αδιάσειστα την  κεφαλαιώδη για το νέο ελληνισμό σημασία της 25ης Μαρτίου.

Η εσκεμμένη αποσιώπηση

Στην αντίπερα όχθη ορισμένοι σύγχρονοι ή λιγότερο σύγχρονοι ιστοριογράφοι έχουν επιδοθεί σε αγώνα αθέμιτο για απόκρυψη της αλήθειας, καλύπτοντας τούτο το σημαντικό ορόσημο της νεοελληνικής ιστορίας κάτω από πλήθος σελίδων σιωπής και παραπλανητικών αναφορών.
          Το δρόμο άνοιξε πριν μισό και πλέον αιώνα ο Γ. Κορδάτος, για ν’ ακολουθήσουν ο Δ. Φωτιάδης, ο Τ. Σταματόπουλος, ο Τ. Βουρνάς, ο Κρεμμυδάς κ.α.. Πρόκειται για ιστοριογράφους που τα βιβλία τους είχαν κι έχουν μεγάλη διάδοση κι εξέθρεψαν την ιστορική συνείδηση γενεών νεοελλήνων.
          Ας δούμε εν συντομία με πιο τρόπο αντιμετώπισαν την 25η Μαρτίου οι εν λόγω ιστοριογράφοι:

α)     Ο Γ. Κορδάτος στο βιβλίο του Η Κοινωνική Σημασία της Ελληνικής Επαναστάσεως του 1821 γράφει: «Η επανάστασις θα ήρχιζε κατά τας αρχάς του 1821 και θα ήτο γενική».[8]
Περιοριζόμενος σε αυτή τη αόριστη χρονική προσέγγιση προσπερνά κάθε συγκεκριμένη αναφορά στην ημερομηνία έναρξης του Αγώνα.
Το ίδιο κάνει και όταν αναφέρεται στην αποστολή του Παπαφλέσσα στην Πελοπόννησο, ο οποίος, καθώς λέει, «ενεργούσε σύμφωνα με τας εντολάς που του έδωσεν η Φιλική Εταιρία και ήτο αποφασισμένος να τα παίξει όλα για όλα δια να μείνει πιστός και να εκτελέσει τας εντολάς που έλαβε».[9]
Δεν αναφέρει, όμως, ότι στον κεντρικό πυρήνα αυτών των εντολών βρίσκονταν το επαναστατικό σάλπισμα της 25ης Μαρτίου.
Την ίδια τακτική της εσκεμμένης αποσιώπησης ακολουθεί και στη Μεγάλη Ιστορία της Ελλάδας, όπου γράφει: «Η Αρχή (σ.σ. της Φιλικής Εταιρίας) έγραψε και στον Κανέλλο Ντεληγιάννη, που ήταν από τους πρώτους του Μοριά και τον καλούσε μαζί με τ’ αδέρφια του να συντρέξουν και πρωτοστατήσουν στον Ιερό Αγώνα».[10]
Αποκρύπτει  όμως αυτό που καταμαρτυρά ο Φωτάκος, ο άνθρωπος που κόμισε στον Δεληγιάννη το εν λόγω μήνυμα: Ότι, δηλαδή, η Φιλική Εταιρία διασάλπιζε πως «η ορισθείσα ημέρα της επαναστάσεως ήτο η 25 Μαρτίου του επιόντος έτους 1821».[11]
Αναφορικά με τα διατρέξαντα στη σύσκεψη της Βοστίτσας ο Κορδάτος γράφει ότι στους εκεί συνελθόντες ο Παπαφλέσσας «εκθέτει την εντολή που έχει(από την Αρχή της Φ. Ε.) και πώς διαγράφεται η κατάσταση. Τους βρίσκει σύμφωνους στο ζήτημα ότι αναβολή θα φέρει μεγάλο κακό».[12] Περισσότερες πληροφορίες δεν δίνει επ’ αυτού, μα παραπέμπει τον αναγνώστη στα έργα του Φωτάκου, στα Απομνημονεύματα του Σπηλιάδη και στη βιογραφία του Παπαφλέσσα, που έγραψε ο Αργυρόπουλος.
Παραθέσαμε ήδη τη μαρτυρία του Φωτάκου. Ας δούμε τι λένε οι λοιποί δύο:
Ο Σπηλιάδης στον Α΄ τόμο των Απομνημονεύματων του καταγράφει ρητά«την 25η Μαρτίου, ως ημέραν προσδιωρισμένην να λάβωσι τα όπλα πανταχού οι Έλληνες».[13]
Ο Αργυρόπουλος αναφερόμενος στον Παπαφλέσσα γράφει: «Ούτος, όθεν διήρχετο διέσπειρε τας επαναστατικάς του ιδέας προσθέτων συνάμα ότι η 25 Μαρτίου ήτο υπό της Εταιρείας προσδιωρισμένη ημέρα προς έναρξιν τη Επαναστάσεως».
Είναι εμφανές ότι η παραπομπή του Κορδάτου στα έργα τούτα έγινε για να αποφύγει να καταγράψει ο ίδιος την ανεπιθύμητη, γι’ αυτόν, αλήθεια!
Σε άλλο σημείο ο Κορδάτος αναφερόμενος στον Ηλία Φωτεινό λέει πως«είναι η πιο σπουδαία πηγή για την εισβολή του Υψηλάντη στη Μολδοβλαχία».[14]Παραθέτει δε και εκτενές απόσπασμα από το βιβλίο του Φωτεινού. Προσπερνά, όμως, ακροποδητί την ακόλουθη πολύ σημαντική πληροφορία που εκείνος μας δίνει:

«Η ημέρα της ενάρξεως, είναι πασίγνωστον, ότι ήτο εκείνη των 25 Μαρτίου, αποφασισμένην δι’ όλα τα μέρη της Επαναστάσεως, επί ταύτης έπετο και ο Υψηλαντης να πράξη εν τη Μολδοβλαχία την έφοδόν του, άλλ’ ο προκαταλαβών θάνατος τον της Βλαχίας Ηγεμόνα, ως ειρέθη, συνήργησεν, ως εις καλήν επιτυχίαν, την άμεσον κίνησιν του Θεοδώρου (σ.σ. Βλαδιμηρέσκου), και επομένως επετάχυνε την ως επί τω μικρώ εν αυταίς ταις επαρχίαις άωρον έξοδον του Υψηλάντου».[15]

Η πληροφορία του Φωτεινού είναι πολύ σημαντική, διότι μάς εξηγεί και τους λόγους, για τους οποίους το κίνημα του Υψηλάντη άρχισε ένα μήνα περίπου νωρίτερα από την ταχθείσα ημερομηνία της 25ης Μαρτίου. Πρόκειται για ζήτημα που χρήζει ειδικής διερεύνησης, μα οι εν λόγω ιστοριογράφοι αποφεύγουν ακόμη και να το θίξουν.[16]
Αυτό που προκύπτει εν προκειμένω είναι ότι ο Γιάννης Κορδάτος κάνει ό,τι μπορεί, όχι για να φέρει στο φως την ιστορική αλήθεια, μα για να ρίξει στο σκοτάδι την 25η Μαρτίου.

β)      Ο Δ. Φωτιάδης στα οικεία κεφάλαια της Ιστορίας του ουδεμία αναφορά κάνει στον καθορισμό της 25ης Μαρτίου από τη Φιλική Εταιρία ως ημέρας έναρξης του Αγώνα. Κι ας γνωρίζει άριστα πως αυτό ήταν το βασικό μήνυμα που κόμιζε ο Παπαφλέσσας, όταν έφτασε στην Πελοπόννησο, κι ότι υπέρ αυτού του επαναστατικού ορόσημου αγωνίστηκε στη σύσκεψη της Βοστίτσας.
Αναφερόμενος στη σύσκεψη αυτή ο Φωτιάδης γράφει κάτι που ελέγχεται ως ανακριβές: Ότι δηλαδή εκεί αποφασίστηκε η αναβολή της επανάστασης.[17]Αναβολή, όμως, σε σχέση με ποια ημερομηνία; Αυτό δεν το λέει.
Όμως, όσα αποσιωπά ο Φωτιάδης, τα φέρνει στο φως ο Φωτάκος, που γράφει:
«Κατά πρότασιν του Φλέσα απεφάσισαν να κοινοποιήσουν τον σκοπόν της συνελεύσεως εις όλους τους αδελφούς της εταιρίας και εις τους αρχιερείς, και να παίξουν τα πράγματα όπως δυνηθούν με την εξουσίαν, ώστε να μακρύνουν τον καιρόν, αλλ’ η ετοιμασία να εξακολουθή δραστηρίως δια την επανάστασιν, επειδή είχον έλθει πολλοί απ’ έξω Πελοποννήσιοι προς τον σκοπόν τούτον, και η επανάστασις ήτον αδύνατον να βραδύνη περισσότερον της ορισθείσης ημέρας, ήτοι της 25 Μαρτίου».[18]
          Ένας απ’ ατούς που είχαν έρθει απ’ έξω, για να μετάσχουν της Επανάστασης, ήταν κι ο Κολοκοτρώνης. Ο Φωτιάδης μιλώντας γι’ αυτόν αναφέρεται στο «γράμμα που πήρε από τον Αλέξανδρο Υψηλάντη να ετοιμαστεί για το σηκωμό».[19] Δε βρίσκει, όμως, να πει μια λέξη για την 25η Μαρτίου!
Τα βροντόφωνα λόγια του Γέρου του Μοριά αντηχούν, όμως,  μεσ’ απ’ το χρόνο κι αποκαλύπτουν αυτό που κρύβει ο Φωτιάδης:

«Εις τα ’20 με ήλθον γράμματα από τον Υψηλάντη δια να είμαι έτοιμος, καθώς και όλοι οι εδικοί μας. 25 Μαρτίου ήτον η ημέρα της γενικής επαναστάσεως».

γ)       Ο Τάκης Σταματόπουλος στο τετράτομο έργο του ‘’Ο Εσωτερικός Αγώνας’’ αναφέρεται στη σύσκεψη της Βοστίτσας. Παραθέτει τα ονόματα των συμμετασχόντων και γράφει ότι ο Παπαφλέσσας μίλησε εκεί πρώτος, και «για να γίνει πιο πιστευτός, τους έδειξε στο τέλος τις οδηγίες του Α. Υψηλάντη για την Επανάσταση στο Μοριά».[20] Ούτε λόγος, όμως, για το ποιες ήταν αυτές οι οδηγίες και τι πρόβλεπαν για την 25ης Μαρτίου.
Ο Σταματόπουλος, που συχνά παραπέμπει στο Φωτάκο, καμώνεται ότι δεν είδε αυτό που ο υπασπιστής του Κολοκοτρώνη γράφει ξανά και ξανά χωρίς περιστροφές: «Εις αυτούς εφανέρωσε τον ερχομόν του, τον τίτλον του ωςαπεσταλμένου παρά της Γενικής αρχής (σ.σ. της Φ. Ε.), και ότι η 25 Μαρτίου είναι η πρώτη ημέρα της επαναστάσεως».[21]
        Ο Σταματόπουλος αντλεί πληροφορίες και παραπέμπει συχνά και στον Μέντελσον Βαρθόλδη. Ωστόσο, όλως τυχαίως, δεν είδε την πληροφορία που εκείνος μας δίνει: Ότι, δηλαδή, ο Παπαφλέσσας «διεκήρυξεν εξ ονόματος των ριζοσπαστών, ότι 6 Απριλίου (δηλ. 25 Μαρτίου) ήτο η εσχάτη προς κήρυξιν προθεσμία, και ότι πάσα βραδύτης ήθελεν είσθαι ολεθρία».[22]

δ)     Ο Τάσος Βουρνάς ακολουθεί κι αυτός με συνέπεια την ίδια γραμμή αποσιώπησης. Και δε διστάζει να το κάνει ακόμη και στο σημείο εκείνο που μας πληροφορεί ότι ο Κολοκοτρώνης στις αρχές Ιανουαρίου πέρασε από τη Ζάκυνθο στο Μοριά «ειδοποιημένος από τον παράνομο μηχανισμό των Φιλικών (…) Ο Κολοκοτρώνης πραγματώνει συγκεντρώσεις καπεταναίων από τη Μεσσηνία, το Μιστρά, το Λιοντάρι, την Καρύταινα, την Τριπολιτζά και τους ενημερώνει για τον επικείμενο αγώνα, ζητώντας τους να ’ναι έτοιμοι ‘‘στο φτερό’’ και να πάρουν τα όπλα μόλις τους δοθεί το σύνθημα».[23]
          Ο Βουρνάς απηχεί εδώ τα λόγια του Κολοκοτρώνη, που παραθέσαμε ανωτέρω. Μα ενώ ο Γέρος του Μοριά στην παράγραφο εκείνη αναφέρεται δυο φορές στο ορόσημο της 25ης Μαρτίου, ο Βουρνάς με πάσα επιμέλεια το αποκρύπτει‘‘στο φτερό’’!

ε)     Η Ιστορία του Νέου Ελληνισμού των εκδόσεων Ελληνικά Γράμματα μετέχει κατά τον ίδιο ανάξιο τρόπο στη συμπαιγνία της σιωπής. Αναμενόμενο, ίσως, αν λάβουμε υπ’ όψιν ότι ο διευθυντής έκδοσης ιστορικός Βασίλης Παναγιωτόπουλος και ο συντάκτης του αρμόδιου κεφαλαίου Στέφανος Παπαγεωργίου πρόσφεραν δημόσια στήριξη στο ανεκδιήγητο βιβλίο ιστορίας της κ. Ρεπούση.[24]
          Ο κ. Παπαγεωργίου στο σχετικό κεφάλαιο του 3ου τόμου γράφει ότι «η Επανάσταση, εκδηλώθηκε το Μάρτιο του 1821, στην Πελοπόννησο (…) Η σωστή οργάνωση και η προσεκτική προετοιμασία της Φιλικής Εταιρίας βοήθησε στην περίπου ταυτόχρονη εκδήλωση της Επανάστασης σε πολλές περιοχές. Οι μικρές χρονικές αποκλίσεις οφείλονταν είτε σε αντικειμενικές αδυναμίες συνεννόησης είτε σε τοπικές ιδιαιτερότητες και συγκυρίες».[25]
Κι ενώ καθείς περιμένει ότι ο συγγραφέας θα εξηγούσε ποια συγκεκριμένη μέριμνα επέδειξε η Φιλική Εταιρία για την ταυτόχρονη εκδήλωση της Επανάστασης, αυτός καλύπτει με άκρα σιωπή το επαναστατικό ορόσημο της 25ης Μαρτίου.

στ)   Ο Βασίλης Κρεμμυδάς στον εισαγωγικό του τόμο στην Ιστορία του Σ. Τρικούπη, που εξέδωσε το Ίδρυμα της Βουλής των Ελλήνων, αποφεύγει επιμελώς οιαδήποτε αναφορά στην ιστορική αυτή ημέρα, παρ’ όλο που η ανάπτυξη του θέματός του επέβαλλε, για λόγους στοιχειώδους πληρότητας, να αναφερθεί στην 25η Μαρτίου, για να εξηγήσει αυτό που γράφει: Πώς, δηλαδή, συνέβη και «η Επανάσταση στη νότια Ελλάδα άρχισε σχεδόν ταυτόχρονα και από πολλά σημεία(πράγμα που) αποδεικνύει την άρτια προετοιμασία και οργάνωση που είχε κάνει η Φιλική Εταιρία».
Το πώς συνέβη αυτό, το προσπερνά χωρίς εξήγηση.
 «Είδαμε –γράφει ο Κρεμμυδάς- ότι η Φιλική Εταιρία είχε σχεδιάσει την έναρξη της Επανάστασης από την Πελοπόννησο (…) Είναι εντυπωσιακός ο συντονισμός των επαναστατικών ενεργειών με τις οποίες κατέληξε να ξεσηκωθούν μέσα στην πρώτη μόνο εβδομάδα η Πελοπόννησος και η Στερεά και να ετοιμάζονται και άλλες περιοχές».[26]
Πώς, αλήθεια, έγινε αυτό; Ήταν τυχαίο; Ως επτασφράγιστο μυστικό κρατά ο Κρεμμυδάς ότι αυτά συνέβησαν, επειδή η Φιλική Εταιρία είχε ορίσει την 25η Μαρτίου ως ημέρα του γενικού ξεσηκωμού!
Η απόκρυψη της αλήθειας αυτής καθίσταται πιο καταδικαστέα επειδή το βιβλίο του Κρεμμυδά[27] αφ’ ενός μεν είναι έκδοση της Βουλής των Ελλήνων, και αφ’ ετέρου επειδή ο Τρικούπης – στο έργο του οποίου μάς εισάγει το σύγγραμμα του Κρεμμυδά - αναφέρεται ξεκάθαρα στην ιστορική σημασία της 25ης  Μαρτίου.[28]
Συγκεκριμένα, αναφερόμενος στον Κολοκοτρώνη ο Τρικούπης γράφει:

‘’Δεν έπαυε ανταποκρινόμενος μετά των εν Πελοποννήσω οικείων του, και προδιαθέτων αυτούς εις το να δράξωσι τα όπλα την 25ην Μαρτίου, ως προεσχεδιάσθη». [29]

Περιττό να πούμε ότι την ίδια τακτική αποσιώπησης είχε ακολουθήσει ο Κρεμμυδάς και στο βιβλίο του Νεότερη Ιστορία Ελληνική και Ευρωπαϊκή.[30]

ζ)      Μάταια αναζητήσαμε κάποια αναφορά στην ιστορική υπόσταση της 25ηςΜαρτίου ξεφυλλίζοντας τις 406 σελίδες του πρόσφατα εκδοθέντος συλλογικού τόμου που επιμελήθηκε ο Πέτρος Πιζάνιας «Η Ελληνική Επανάσταση του 1821 Ένα Ευρωπαϊκό Γεγονός».[31]
Η γραμμή της αποσιώπησης τηρείται  κι εδώ πιστά.

Συνέπειες της απόκρυψης της αλήθειας

Στο Ριζοσπάστη το Μάρτιο του 2009 κάποια επίτιμη σχολική σύμβουλος που υπογράφει με τα αρχικά Λ. Χ., δημοσίευσε σε τρεις συνέχειες κείμενό της με τίτλο«Ο θρύλος της Αγίας Λαύρας και η ιστορική αλήθεια».
Η κ. Λ. Χ. εκεί δε δίστασε να ρίξει το σύνθημα:

«Καταργείται η 25η Μάρτη, ως εθνική γιορτή, που αυθαίρετα ορίστηκε»!
Βασικός λόγος αυτής της εξωφρενικής απαίτησης είναι, μεταξύ άλλων, ότι«δεν υπάρχει ιστορική πηγή στην οποία να έχει καταγραφεί επαναστατική πράξη του ελληνικού λαού στις 25 Μάρτη».[32]
          Δε θα σταθούμε στη σωρεία λαθών, των ανακολουθιών, την απουσία ιστορικής αίσθησης και στο έλλειμμα γνώσης που παρατηρούνται στο εκτενές κείμενό της. Θα σημειώσουμε μόνο ότι ο τελευταίος ισχυρισμός της καταρρίπτεται από τον Β. Κρεμμυδά, που στο εισαγωγικό του βιβλίο στην ιστορία του Τρικούπη γράφει: «Στις 25 Μαρτίου καταλήφθηκαν η Πάτρα, όπου μικροσυμπλοκές είχαν αρχίσει από τις προηγούμενες μέρες, η Μεθώνη και το Νεόκαστρο».[33]
Τη διαψεύδει, επίσης, ο Φωτιάδης, που αναφέρει ότι  στις «25 Μαρτίου 1821 το ‘Επαναστατικό Διευθυντήριο των Πατρών, συγκροτημένο από τους Παλαιών Πατρών Γερμανό, Κερνίκης Προκόπιο, Ανδρέα Ζαΐμη, Ανδρέα Λόντο, Μπενιζέλο Ρούφο, Σωτήρη Θεοχαρόπουλο και Ιωάννη Παπαδιαμαντόπουλο, εκδίδει διακήρυξη προς τις ευρωπαϊκές Δυνάμεις, που την επόμενη, 26 Μαρτίου, τη δίνει στους πρόξενους της Πάτρας».[34]
Άξιο ιδιαίτερης μνείας είναι ότι η κ. Λ. Χ. εμφανίζεται να αγνοεί παντελώς ότι η 25η Μαρτίου ήταν η ημέρα που όρισε η Φιλική Εταιρία ως ημέρα έναρξης της Επανάστασης! Και το αγνοεί, προφανώς, διότι οι μόνοι ιστορικοί στους οποίους βασίζεται και παραπέμπει, είναι ο Κορδάτος και ο Δ. Φωτιάδης.
Θύμα των έντεχνων αποσιωπήσεων των δύο αυτών ιστορικών η κ. Λ. Χ. αποτελεί τρανή απόδειξη σε ποιο βαθμό αυτές οδηγούν στη διαμόρφωση στρεβλών ιστορικών συνειδήσεων μα και σε άγονες κι επικίνδυνες στάσεις, όπως αυτή της κ. Λ. Χ., η οποία ούτε λίγο ούτε πολύ καλεί σε ανένδοτο αγώνα για την κατάργηση της 25ης Μαρτίου!
          Παρεπόμενο της τακτικής παραγνώρισης κι απαξίωσης τούτου του σημαντικού για τη νεοελληνική ιστορία ορόσημου, θα πρέπει να θεωρήσουμε πως είναι και το γεγονός ότι η εξέχουσα τούτη ημέρα δεν αναφέρεται στο βιβλίο ιστορίας της Γ΄ Λυκείου Γενικής Παιδείας, παρά μόνο στα ψιλά γράμματα ενός δισέλιδου πίνακα, ως η ημέρα που ο Π. Π. Γερμανός όρκισε τους αγωνιστές στην Πάτρα.[35]
Όσον αφορά το βιβλίο της Γ΄ Γυμνασίου, οι συγγραφείς του μνημονεύουν την 25η Μαρτίου, μόνο και μόνο για να δηλώσουν, εμμέσως πλην σαφώς, ότι αυτή στερείται πραγματικής ιστορικής βάσης και ότι επίπλαστα ορίσθηκε ως ημέρα εθνικής εορτής![36]
         

25η Μαρτίου εξαπλώνεται η Επανάσταση σ’ όλη την Πελοπόννησο και διακηρύσσεται επίσημα.

Το γεγονός ότι όλες οι επαναστατικές διεργασίες είχαν ως φωτεινό ορόσημο την 25η Μαρτίου μάς βοηθά να κατανοήσουμε για ποιο λόγο τη ημέρα αυτή γενικεύτηκε ο ξεσηκωμός κι εξαπλώθηκε σ’ ολόκληρη την Πελοπόννησο.
Οι κατά τόπους εξεγέρσεις και οι ένοπλες συγκρούσεις, που είτε προηγήθηκαν[37] της 25ης Μαρτίου είτε βρίσκονταν σε πλήρη εξέλιξη, έκαναν το Μοριά να μοιάζει την ημέρα εκείνη με επαναστατικό ηφαίστειο. Η διαπίστωση προέρχεται από τους σημαντικότερους ιστοριογράφους του Αγώνα, οι οποίοι είχαν προσωπική συμμετοχή στα επαναστατικά δρώμενα.
Ας δούμε τι καταμαρτυρούν:

  Μ. Οικονόμου: «Την ημέραν ταύτην της 25 Μαρτίου 1821 ακριβώς ευρέθησαν άπαντες εις τας επαρχίας, εις τας οποίας έκαστος ανήκεν, η σημαία του σταυρού υψώθη συγχρόνως πανταχού, και η επανάστασις αρχήσασα, ελάμβανε διαστάσεις εν Πελοποννήσω κατά ταύτην την κλητήν και ευλογημένην ημέραν».[38]

Ν. Σπηλιάδης: «Και τοιουτοτρόπως την 25 μαρτίου του 1821 επανέστη η Πελοπόννησος μετά την 24 φεβρουαρίου, καθ’ ην ο Υψηλάντης διεκήρυξεν εις την Μολδαυίαν την επανάστασιν».[39]


Αμβρόσιος Φραντζής: «Οι Πελοποννήσιοι καθ’ όλας τας επαρχίας της Πελοποννήσου άδραξαν τα όπλα κατά των Οθωμανών (τω 1821 μαρτίου 25), υψώσαντες τας της ελευθερίας σημαίας…».[40]

Ι Φιλήμων: «Αληθινόν είναι, ότι η Επανάστασις έλαβε χαρακτήρα γενικώτερον από της 25».[41]

                 
Κανέλλος Δεληγιάννης«Εγενικεύθη ο αγών εις όλας τας τάξεις των Πελοποννησίων μέχρι 25 των Μαρτίου, ώστε καθιερώθη αυτή η εθνοσωτήριος ημέρα του Ευαγγελισμού, ως ημέρα της παλιγγενεσίας».[42]

Ιδιαιτέρως σημαίνοντα είναι και τα ακόλουθα γεγονότα, που συγκροτούν το ιστορικό οικοδόμημα της 25ης Μαρτίου:
α)      Την ημέρα αυτή του Ευαγγελισμού εξεδόθη η πρώτη προκήρυξη προς τας ευρωπαϊκάς αυλάςεκ μέρους του Αρχιστρατήγου των Σπαρτιατικών στρατευμάτων Πέτρου Μαυρομιχάλη και της Μεσσηνιακής Γερουσίας της εν Καλαμάτα, στο όνομα του ελληνικού γένους.[43]
β)       Στις 25 Μαρτίου ο Π. Π. Γερμανός, ο Α. Ζαΐμης και τα λοιπά μέλη του Αχαϊκού Διευθυντηρίου συνέταξαν στην Πάτρα Επαναστατική Διακήρυξη, την οποία επέδωσαν την επόμενη ημέρα στους προξένους των ευρωπαϊκών κρατών.[44]
Από την 25η Μαρτίου και μετά, λοιπόν, δεν μιλάμε για εξέγερση της μιας ή της άλλης επαρχίας, αλλά για επανάσταση ολόκληρης της Πελοποννήσου, επισήμως διακηρυχθείσα προς τα ευρωπαϊκά κράτη.
Στο εξής καθίστατο ξεκάθαρο προς όλους – καθώς βρίσκονταν σε πλήρη εξέλιξη και το κίνημα του Αλέξανδρου Υψηλάντη στη Μολδοβλαχία- πως επρόκειτο για γενική Επανάσταση ενός υπόδουλου λαού εναντίον των δυναστών του. Επρόκειτο για Επανάσταση ενός έθνους, που επιζητούσε την ελεύθερη και ανεξάρτητη πολιτική του υπόσταση.
Γι’ αυτούς ακριβώς τους λόγους και υπ’ αυτή τη συγκεκριμένη έννοια το Βασιλικό Διάταγμα του 1838 -που καθιέρωσε την 25η Μαρτίου ως ημέρα εθνικής επετείου- αναφέρει ότι την ημέρα αυτή το Ελληνικό Έθνος προέβη στην «έναρξιν του περί Ανεξαρτησίας Αγώνος».[45]
Έναρξη υπό την έννοια βεβαίως ότι το επαναστατικό κίνημα του Υψηλάντη στη Μολδοβλαχία[46] εκλαμβάνεται, ως πρόλογος, κατά κάποιο τρόπον, στην Επανάσταση που ξέσπασε στην κυρίως Ελλάδα, και ότι τα τοπικά κινήματα του Μοριά αξιολογούνται ως εισαγωγή στην Επανάσταση, η οποία απέκτησε αντιπροσωπευτική ευρύτητα κι επίσημη έκφραση την 25η Μαρτίου.
Δύο επιπλέον σημαίνοντες λόγοι επέδρασαν, ώστε η ημέρα αυτή του Ευαγγελισμού να οριστεί ως ημέρα εθνικής εορτής:
α)      Η ξεχωριστή για τη χριστιανοσύνη ημέρα του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου συμβολίζει άριστα και διασαλπίζει το γεγονός ότι ο Αγώνας έγινε ομού υπέρ πίστεως και υπέρ πατρίδος. Έγινε «για του Χριστού την Πίστη την Αγία και για την Ελευθερία»! Όπως είπε χαρακτηριστικά ο Κολοκοτρώνης «Όταν επιάσαμε τα άρματα, είπαμε πρώτα υπέρ Πίστεως και έπειτα υπέρ Πατρίδος».[47]
β)       Η 25η Μαρτίου παραπέμπει άμεσα και απονέμει συμβολικά τιμή στη Φιλική Εταιρία και τον αρχηγό της Αλέξανδρο Υψηλάντη, που προετοίμασαν μεθοδικά την Επανάσταση και αποφάσισαν την ξέχωρη τούτη ημέρα να τελεστεί ο γενικός ξεσηκωμός.

Τον ορισμό της 25ης Μαρτίου ως ημέρας εορτασμού της εθνικής μας παλιγγενεσίας υποδέχτηκαν θερμά, πλην των άλλων και οι εκ των σημαντικότερων σύγχρονοι της Επανάστασης ιστοριογράφοι.
Ας δούμε τι γράφουν:
Α. Φραντζής: «Δικαίως η 25 Μαρτίου εκανονίσθη εορτή προς εθνικήν δοξολογίαν»[48].

Ο Ι. Φιλήμων, παρ’ ότι αμφισβητούσε ότι ο Υψηλάντης καθόρισε την 25ηΜαρτίου ως ημέρα της Επανάστασης, γράφει:

Ι. Φιλήμων: «Θεωρούμεν την 25 μαρτίου, αν ουχί γεγονός, ιδέαν όμως λαμπράν και ελληνικωτάτην, ως στηριζομένην επί των αναλοιώτων αρχών της αγίας υμών εκκλησίας, φέρουσα δ’ ύψος μέγα και βεβαιούσαν την πάντοτε σωτήριον ενότητα και συγχώνευσιν του θρησκευτικού και εθνικού πνεύματος».[49]

Κανέλλος Δεληγιάννης«Εγενικεύθη ο αγών εις όλας τας τάξεις των Πελοποννησίων μέχρι 25 των Μαρτίου, ώστε καθιερώθη αυτή η εθνοσωτήριος ημέρα του Ευαγγελισμού, ως ημέρα της παλιγγενεσίας».[50]

Βάσει αυτών και ο ιστορικός Επαμεινώνδας Κυριακίδης το 1892 υποστήριζε στο βιβλίο του Ιστορία του Σύγχρονου Ελληνισμού ότι:

       «Μεγάλα γεγονότα ως τα της Επαναστάσεως αναμφιβόλως δεν έχουσι μίαν και μόνην αρχήν, αποτελούνται δε εκ πληθύος συμβεβηκότων κατά το μάλλον ή ήττον ταυτοχρόνων. και αν λοιπόν προηγήθησαν τοιαύτα τινα συμβεβηκότα, μονομερή όμως, η 25 Μαρτίου ένεκα των κατ’ αυτήν συντελεσθέντων αποτελεί την επίσημον διακήρυξιν της επαναστάσεως».[51]

Συνεκτιμώντας όλα τούτα ο ιστορικός Απόστολος Δασκαλάκης έγραφε το 1957:

«Η ημέρα του Ευαγγελισμού, συμπέσασα εντός των γεγονότων των πρώτων ημερών και επιβληθείσα εις την κοινήν συνείδησν ως συμβολίζουσα εν συσχετισμώ προς την θρησκευτικήν σημασίαν της τον όλον αγώνα της ελληνικής ελευθερίας, δικαίως ωρίσθη ως εθνική εορτή από του 1838».[52]

Εύστοχη είναι και η παρατήρηση του μαρξιστή ιστορικού Τάσου Βουρνά,που γράφει: «Την 25η Μαρτίου τη δεχόμαστε οι Έλληνες σαν ένα σύμβολο σήμερα, που συμπυκνώνει τα επαναστατικά γεγονότα των ημερών εκείνων του Μάρτη 1821».[53]
       Πράγματι, η εθνική επέτειος της 25ης Μαρτίου παραπέμπει στα ιστορικά γεγονότα με τρόπο περιεκτικό, με τρόπο που περιλαμβάνει σε ευρύ κύκλο τα πρώτα καθοριστικά συμβάντα και τους βασικούς συντελεστές της Επανάστασης. Και με τον καθορισμό και τον ισχυρό συμβολισμό της αγκαλιάζει και αποδίδει τιμή σ’ όλους εκείνους που τη δικαιούνται, δηλαδή «Σ’ ΟΛΟΥΣ ΤΟΥΣ ΕΛΛΗΝΕΣ» -όπως γράφει με κεφαλαία γράμματα ο Φωτιάδης[54] - οι οποίοι συνέβαλαν στην έναρξη του αγώνα της Εθνεγερσίας. Γι’ αυτό και έχει καταστεί κορυφαίο ακλόνητο ορόσημο του νεοελληνικού κράτους.

Επίλογος

Ο εθνικοαπελευθερωτικός Αγώνας του 1821 στις ποικίλες του εκφάνσεις, λόγω της ιδιοτυπίας του προξενεί σοβαρές δυσκολίες και ενοχλεί τους ιδεολογικά καθηλωμένους ιστοριογράφους, διότι δε χωράει στα προκατασκευασμένα θεωρητικά τους καλούπια.
Η απροκατάληπτη και τεκμηριωμένη μελέτη της Επανάστασης, επί τη βάσει των πρωτογενών ιστορικών πηγών, παραμένει αναγκαία και πολλαπλά ωφέλιμη, διότι το ‘’αθάνατο κρασί του 21’’ μάς προσφέρει αστείρευτους τους χυμούς του για τη διαμόρφωση ανόθευτης ιστορικής συνείδησης και καλλιέργεια πνευματική, απαλλαγμένη από δογματικές αγκυλώσεις.


Κερατσίνι 23 Μαρτίου 2010


Χρήστος Κορκόβελος



[1] Σπύρου Ασδραχά Όχι στις αντιεθνικιστικές ή εθνικιστικές διαχειρίσεις της ιστορίας του 1821, Αυγή 09/04/2006.
[2] Τέτοια τιμητικά θετικά παραδείγματα αποτελούν η μνημειώδης Ιστορία του Ελληνικού Έθνους της Εκδοτικής Αθηνών, το πλούσιο ιστοριογραφικό έργο του Απόστολου Βακαλόπουλου, του οποίου η Ιστορία του Νέου Ελληνισμού αποτελεί κόσμημα της σύγχρονης ιστοριογραφίας, το έργο του Αλέξανδρου Δεσποτόπουλου κ.α.
[3] Κωνσταντίνος Τσάτσος 25η Μαρτίου. Περιλαμβάνεται στον τόμο: Το Εικοσιένα, Η κιβωτός του Νέου Ελληνισμού, σελ. 191-194, εκδ. Ευθύνη, 2η έκδοση
[4] Αμβροσίου Φραντζή Επιτομή ης Ιστορίας της Αναγεννηθείσης Ελλάδος, τ. Α΄, 1839, σελ. λ΄ και σελ. 324.
[5] Γεωργίου Φίνλεϋ: Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως, τόμος πρώτος, σελ. 191, Ίδρυμα της Βουλής των Ελλήνων.
[6] Φωττάκου: Απομνημονεύματα, τ. Α΄, σελ. 13, εκδόσεις Βεργίνα. Βλ. επίσης σελ. 68.
[7] Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, Απομνημονεύματα, σελ. 55, 57, έκδοση της Παναρκαδικής        Ομοσπονδίας Ελλάδος.
[8] Γιάννη Κορδάτου Η Κοινωνική Σημασία της Ελληνικής Επαναστάσεως του 1821, εκδ. Επικαιρότητα, Δ΄ έκδοση, σελ. 145.
[9] Στο ίδιο, σελ. 158, 159.
[10] Γ. Κορδάτου Μεγάλη Ιστορία της Ελλάδας, Νεώτερη Β΄, τόμος 10, σελ. 112, εκδόσεις 20ός Αιώνας 1957.
[11] Βλ. τη σημ. 6.
[12] Όπ. παρ. σελ. 178.
[13] Ν. Σπηλιάδου Απομνημονεύματα, τόμος Α΄, σελ. 31.
[14] Όπ. παρ. σελ. 122, σημ. 1.
[15] Ηλία Φωτεινού Οι Άθλοι της εν Βλαχία Ελληνικής Επαναστάσεως το 1821 Έτος, σελ. 29, σημ. α, Εν Λειψία 1846.
[16] Διαφορετική εξήγηση για την της επίσπευση του κινήματος του Υψηλάντη δίνει ο Ε. Ξάνθος στα  Απομνημονεύματά του, (βλ σελ. 30, εκδ. Βεργίνα) και ο Κ. Ράδος στο βιβλίο του Εισβολή του Υψηλάντου εις Μολδοβλαχίαν και έναρξις του Ιερού Αγώνος, 1921, σελ. 13.
[17] Δημήτρη Φωτιάδη Η Επανάσταση του Εικοσιένα, τ. 2ος, σελ. 17, 2η έκδοση, εκδ. οίκος Ν. Βότση. Είδαμε πιο πάνω (σελ. 4) τον Κορδάτο να υποστηρίζει κάτι εντελώς διαφορετικό: Ότι οι συνελθόντες στη σύσκεψη της Βοστίτσας συμφώνησαν ότι κάθε αναβολή της Επανάστασης θα ήταν επιζήμια.
[18] Φωτάκου: Βίος του Παπαφλέσα, σελ. 22, εκδ. Βεργίνα.
[19] Δημήτρη Φωτιάδη Η Επανάσταση του Εικοσιένα, τ. 2ος, σελ. 22, 2η έκδοση, εκδ. οίκος Ν. Βότση.
[20] Τάκη Α. Σταματόπουλου Ο Εσωτερικός Αγώνας, τόμος 1ος, σε. 174, εκδ. Κάλβος 1979.
[21] Φωτάκου Απομνημονεύματα, τ. Α΄, σελ. 68, εκδ. Βεργίνα.
[22] Μενδέλσωνος Βαρθόλδη Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως, σελ. 291, 1894. Ο συγγραφέας χρονολογεί με βάση το νέο ημερολόγιο, που ίσχυε τότε στη Δύση. Η 6η Απριλίου αντιστοιχεί στην 25η Μαρτίου του παλιού ημερολογίου, που ακολουθούσαν τότε οι Έλληνες. Μεταξύ των δύο ημερολογίων υπήρχε διαφορά 12 ημερών.
[23] Τάσος Βουρνάς Σύντομη Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως, σελ. 85, 86, Γ΄ έκδοση, εκδ. Πατάκη 2003. (Πρώτη έκδοση εκδ. Ωκεανίδα, 1982).
[24] Βλέπε κείμενο και κατάλογο ονομάτων στον ιστότοπο: http://indy.gr/analysis/ypografes-kata-tis-aposyrsis-toy-biblioy-tis-st-dimotikoy#documentContent
[25] Ιστορία του Νέου Ελληνισμού 1700 – 2000, τ. 3ος: Ο αγώνας της Ανεξαρτησίας και η ίδρυση του ελληνικού κράτους, σελ. 58, 59, εκδ. Ελληνικά Γράμματα 2003.
[26] Βασίλης Κρεμμυδάς Από το Σπυρίδωνα Τρικούπη στο σήμερα, σελ. 60, 61, Ίδρυμα της Βουλής των Ελλήνων, 2007. Περιλαμβάνεται κι ο Κρεμμυδάς μεταξύ αυτών που υποστήριξαν δημόσια το βιβλίο ιστορίας της Ρεπούση.

[27] Μια ευρύτερη κριτική αξιολόγηση του βιβλίου του Κρεμμυδά κάνει ο Γιώργος Καραμπελιάς στο άρθρο Η κατασυκοφάντηση της Επανάστασης του 21. Βλέπε http://www.antibaro.gr/node/905.


[28] Βλέπε σχετικά το ενδιαφέρον άρθρο του Γιώργου Κεκαυμένου 25η Μαρτίου και Ελληνική Επανάσταση: Οι Μυθοπλόκοι μένουν πάντα Αδιόρθωτοι, http://www.antibaro.gr/node/295
[29]: Βλ. Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως, τ. 1, Βιβλίο 1, Α΄ μέρος, σελ. 65, 66, εκδ. Δ.Ο.Λ.
[30] Βασίλης Κρεμμυδάς Νεότερη Ιστορία Ελληνική και Ευρωπαϊκή, εκδ. Γνώση, 1981/1987 (Βλ. σελ. 176-178).
[31] Η Ελληνική Επανάσταση του 1821  Ένα Ευρωπαϊκό Γεγονός, επιμέλεια Πέτρος Πιζάνιας, εκδόσεις Κέδρος, 2009.
[32] Βλ. ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 25 , 27 και 28 Μάρτη 2009.

[33] Όπ. παρ. σελ. 60.
[34] Δημήτρη Φωτιάδη Η Επανάσταση του Εικοσιένα, τ. 2ος, σελ. 36, 2η έκδοση, εκδ. οίκος Ν. Βότση. Όσον αφορά την κοινωνική σύνθεση του Επαναστατικού Διευθυντηρίου των Πατρών, ο αναγνώστης μπορεί να διαπιστώσει πως αποτελούνταν από δύο αρχιερείς και πέντε προεστούς της Αχαΐας.
[35] Βλέπε Ιστορία του Νεότερου και του Σύγχρονου Κόσμου (από το 1815 έως σήμερα) Γ΄ Τάξη Γενικού Λυκείου και Δ΄ Τάξη Εσπερινού Λυκείου Γενικής Παιδείας, σελ. 18, ΟΕΔΒ.
[36] Συγκεκριμένα, κάτω από τον πίνακα του Βρυζάκη, που απεικονίζει τον Π. Π. Γερμανό να ευλογεί τη σημαία της επανάστασης, γράφουν ότι πρόκειται για‘’φανταστική σύνθεση’’ και συμπληρώνουν: «Αν και ο Αγώνας είχε ξεκινήσει λίγες μέρες νωρίτερα, η 25η Μαρτίου ορίσθηκε το 1838 ως εθνική επέτειος για να συνδεθεί η κήρυξη της Επανάστασης με τον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου». Βλ. Νεότερη και Σύγχρονη Ιστορία, Γ΄ Γυμνασίου, σελ. 30, ΟΕΔΒ.
[37] Λίγες μέρες προ της 25ης Μαρτίου σημειώθηκαν εξεγέρσεις ή ένοπλες συγκρούσεις στα Καλάβρυτα, την Καρύταινα, τη Μάνη, την Πάτρα, την Καλαμάτα. Βλέπε ενδεικτικά στο: Ιωάννης  Φιλήμων: Ιστορικόν Δοκίμιον περί Ελληνικής Επαναστάσεως, τ. Γ΄, σελ. 8 κ.ε. εκδ. Ελεύθερη Σκέψις.

[38] Μ. Οικονόμου, Ιστορικά της Ελληνικής Παλιγγενεσίας, σελ. 88. Ο Μ. Οικονόμου υπήρξε γραμματέας του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη.


[39] Ν. Σπηλιάδης, Απομνημονεύματα τ. Α΄, σελ. 64


[40] Αμβρόσιος Φραντζής, Επιτομή της Ιστορίας της Αναγεννηθείσης Ελλάδος, τ. 2ος, σελ. 241.
[41] Ι Φιλήμων: Προλεγόμενα στα Υπομνήματα του Π. Π. Γερμανού, σελ. κα΄.
[42] Κανέλλος Δεληγιάννης, Απομνημονεύματα, σελ. 205.

[43] Το πλήρες κείμενο της προκήρυξης με ημερομηνία 25 Μαρτίου 1821 παρατίθεται στην Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως του Σ. Τρικούπη, τ. Α΄, σελ. 252, έκδοσις 3η 1888. Το κείμενο που επίσης φέρει ημερομηνία 25 Μαρτίου παραθέτει κι ο Ι. Φιλήμων στο Ιστορικόν Δοκίμιον περί Ελληνικής Επαναστάσεως, τ. Γ΄. Βλ.  σελ. 28, 29.
[44] Βλέπε Ν. Σπηλιάδου Απομνημονεύματα, τ. Α΄, σελ. 60, 1851.
[45] Ο ιστορικός Σπυρίδων Λάμπρου το 1889 με άρθρο του στο περιοδικό Εστία, (τ. ΚΖ’, σελ. 1-4) επικροτούσε ως ιστορικά έγκυρη και ευοίωνη την καθολική αποδοχή της 25ης Μαρτίου ως ημέρας έναρξης του Αγώνα, γράφοντας: «Εις την 25 Μαρτίου, ημέραν του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου, ευοιώνως ο ελληνισμός απεδέχθη ως την αρχήν του αγώνος». Βλέπε: «Η Α΄ Ιανουαρίου και η ελληνική ελευθερία» στο βιβλίο του: Λόγοι και Άρθρα 1878 – 1902, εν Αθήναις 1902, σελ. 551.
[46] Πιθανώς λόγοι διπλωματικής σύνεσης, μεταξύ άλλων, υπαγόρευσαν στην κυβέρνηση του νεοσύστατου ελληνικού κράτους να αποφύγει να καθορίσει ως εθνική επέτειο της Επανάστασης ημερομηνία που θα παρέπεμπε στο επαναστατικό κίνημα του Υψηλάντη στη Μολδοβλαχία, ως διαδραματισθέν σε ξένη επικράτεια.

[47] Θεόδωρου Κολοκοτρώνη Ο Λόγος στην Πνύκα. Περιλαμβάνεται στο βιβλίο Θ. Κολοκοτρώνη Απομνημονεύματα των εκδόσεων Ωρόρα, 1992. Βλ. σελ. 27.
[48] Αμβροσίου Φραντζή, Επιτομή της Ιστορίας της Αναγεννηθείσας Ελλάδος, τ. 2ος, σελ. 30. Εν Αθήναις 1839.
[49] Βλ. Ιστορικόν Δοκίμιον, τ. Γ΄, σελ. κδ΄, κε΄.
[50] Κανέλλος Δεληγιάννης, Απομνημονεύματα, σελ. 205.
[51] Επαμεινώνδας Κ. Κυριακίδης: Ιστορία του Σύγχρονου Ελληνισμού από της ιδρύσεως του βασιλείου της Ελλάδος μέχρι των ημερών μας 1832 – 1892, εν Αθήναις 1892, σελ. 336, 339.
[52] Απ. Δασκαλάκης: Η έναρξις του …… σελ. 28.
[53] Τάσος Βουρνάς Σύντομη Ιστορία της Ελληνικής Επανάστασης, σελ. 90, εκδ. Πατάκη 2003.
[54] Οπ. παρ. σελ. 36.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Free Blog Counter